Η κρίση από την οποία έχει πληγεί η παγκόσμια οικονομία δεν είναι μια συνηθισμένη κρίση. Οι πιο σοβαροί αναλυτές συνηθίζουν να συγκρίνουν την κρίση αυτή με το μεγάλο κραχ του 1929 και τη ραγδαία επιδείνωση που ακολούθησε και ονομάστηκε «μεγάλη ύφεση», η οποία αποτέλεσε το οικονομικό πρελούδιο του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου.
Η αλήθεια είναι ότι η σημερινή κρίση αποδεικνύεται από πολλές απόψεις πολύ χειρότερη από αυτήν του μεσοπολέμου. Το πιο χαρακτηριστικό της γνώρισμα είναι το γεγονός ότι χρειάστηκαν μόλις 5 μήνες μετά το μεγάλο κραχ του περασμένου Οκτωβρίου για να κλιμακωθούν φαινόμενα που στην κρίση του 1929 χρειάστηκαν έως και τρία χρόνια για να κορυφωθούν. Για παράδειγμα, η ανεργία στις ΗΠΑ έφτασε στο 22% στα τέλη του 1932, σχεδόν τρία χρόνια μετά το μεγάλο κραχ του 1929. Σήμερα επίσημα η ανεργία των ΗΠΑ έχει ξεπεράσει το 8% και εκτιμάται ότι ως το φθινόπωρο θα έχει ξεπεράσει και το 10% τουλάχιστον. Όμως αν την μετρήσουμε σήμερα με την μέθοδο που την μετρούσαν στο μεσοπόλεμο, τότε το ποσοστό της ανεργίας των ΗΠΑ θα ανέλθει στο 22%. Μόλις σε 5 μήνες η ανεργία στις ΗΠΑ έχει φτάσει στο ίδιο επίπεδο με εκείνο που στον μεσοπόλεμο χρειάστηκε 3 χρόνια μετά την αρχή του κραχ.
Μια πρόσφατη μελέτη εκτιμά ότι μόνο το 2008 και ιδίως τους 4 τελευταίους μήνες του έτους χάθηκαν από τις χρηματαγορές πάνω από 50 τρις δολ. Το ποσό αυτό ισοδυναμεί με το 78% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2008. Μόνο από τις αποκαλούμενες ανερχόμενες οικονομίες της Ασίας, συμπεριλαμβανομένων της Κίνας και της Ινδίας, χάθηκαν το ίδιο διάστημα 9,6 τρις δολ., που ισοδυναμεί με το σύνολο του ετήσιου ΑΕΠ όλων των χωρών της περιοχής.
Καθώς όμως προχωρά η κρίση, όλο και περισσότερο μετατίθεται το κέντρο βάρους της. Αυτό που φάνηκε σαν μια πιστωτική κρίση που οδήγησε σ’ ένα χρηματιστικό κραχ τον Οκτώβριο του 2008, αντίστοιχου μεγέθους μ’ εκείνο του 1929, σήμερα έχει μετατραπεί σε μια βαθιά και παρατεταμένη κρίση της παραγωγής και κυρίως της βιομηχανίας. Το επίκεντρο της παγκόσμιας κρίσης σήμερα δεν είναι η χρηματοπιστωτική σφαίρα, αλλά πρώτα και κύρια η βιομηχανική παραγωγή. Και μάλιστα εκδηλώνεται με πρωτοφανή σφοδρότητα. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο τον Ιανουάριο του 2009 η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής στην ΕΕ υπερβαίνει το 17%. Στις ΗΠΑ τον Φεβρουάριο του 2009 έπεφτε κατά 12%, ενώ στην Ιαπωνία σημειώνει ρεκόρ πτώσης πάνω από 31%. Η Βρετανία γνωρίζει τη μεγαλύτερη βιομηχανική πτώση εδώ και σαράντα χρόνια, ουσιαστικά το επίπεδο της βιομηχανικής της παραγωγής επέστρεψε στο επίπεδο του 1955! Το ίδιο συμβαίνει στη Γαλλία και τη Γερμανία.
Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε δραματική επιδείνωση όλων των προβλέψεων για την παγκόσμια οικονομία. Για πρώτη φορά μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο το ΑΕΠ της παγκόσμιας οικονομίας εκτιμάται από την Παγκόσμια Τράπεζα ότι μπορεί να συρρικνωθεί έως και 2%. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου με τη σειρά του εκτιμά ότι το παγκόσμιο εμπόριο θα συρρικνωθεί το 2009 κατά 9%, ποσοστό πρωτοφανές για ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο. Με δεδομένη την πρωτοφανή «κατάρρευση της βιομηχανίας» παγκόσμια, όπως εκτιμούσε πρόσφατα το Economist, αλλά και το γεγονός ότι αυτή αποτελεί την ατμομηχανή του παγκόσμιου εμπορίου – μιας και συνιστά το 70% του παγκόσμιου εμπορίου – το μέλλον προβλέπεται πολύ δυσοίωνο και για τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα μ’ έναν από τους πιο επώνυμους αναλυτές της Financial Times η κρίση «φαίνεται σαν να πρόκειται να έχει σχήμα L – όχι V, ούτε U. Μιλάμε για μια ύφεση σε σχήμα L, η οποία ξεκινά με μια απότομη πτώση και ακολουθεί μια περίοδος χαμηλών ρυθμών για πολλά χρόνια. Σε μια ύφεση τύπου V, η ανάκαμψη είναι στιγμιαία. Σε μια ύφεση τύπου U έρχεται κάποτε. Η εκτίμηση μου είναι ότι βρισκόμαστε κάπου στη μέση του κάθετου άξονα του L, αλλά ο οριζόντιος άξονας είναι ο χειρότερος.» (8/3)
Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, ποια είναι η τύχη της Ελλάδας;
Η Ελλάδα βρίσκεται ήδη σε κατάσταση χρεοκοπίας. Οι διεθνείς τραπεζικοί οίκοι και οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές, που μέχρι πέρυσι αποτελούσαν τον κύριο όγκο των αγοραστών των χρεογράφων του ελληνικού δημόσιου χρέους, έχουν ήδη πάρει τις αποστάσεις τους από την Ελλάδα. Στις σειρές ομολόγων που έχει εκδώσει μέχρις στιγμής το ελληνικό δημόσιο η συμμετοχή ξένων θεσμικών επενδυτών είναι ασήμαντη. Προκειμένου να βρεθούν χρήματα για την τρέχουσα λειτουργία του δημοσίου, τα ομόλογα αναγκάζονται και τα αγοράζουν οι ελληνικές τράπεζες, δημιουργώντας έτσι ένα πρωτοφανές κρατικομονοπωλιακό καρτέλ στον τραπεζικό χώρο. Το ίδιο συμβαίνει και με το ελληνικό χρηματιστήριο όπου επίσης παρατηρείται μαζική έξοδος ξένων. Αυτό γίνεται γιατί οι ξένοι χρηματιστικοί κύκλοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι η χώρα τελεί υπό καθεστώς πτώχευσης.
Παρά το γεγονός ότι η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι κυβερνήσεις Σημίτη, δεν δημοσιεύουν αξιόπιστα στοιχεία για το δημόσιο χρέος, ένα στοιχείο είναι αποκαλυπτικό: Η εξυπηρέτηση των δημόσιων χρεών το 2006 ανερχόταν στα 34,2 δις ευρώ, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία, το 2007 ανήλθε στα 56,6 δις ευρώ και το 2008 στα 60,6 δις ευρώ. Πράγμα που υπερβαίνει το 50% των δημόσιων δαπανών. Την ίδια ακριβώς περίοδο το δημόσιος χρέος, ακόμη και με τα επίσημα στοιχεία, συνέχισε να αυξάνει αλματωδώς. Φέτος η κυβέρνηση χρειάζεται να δανειστεί μόνο και μόνο για να λειτουργήσει πάνω από 59 δις ευρώ και πρέπει να πληρώσει για εξυπηρέτηση του χρέους πάνω από 65 δις ευρώ.
Θα τα βρει; Ακόμη κι αν τα βρει φέτος, το πρόβλημα όχι μόνο δεν λύνεται, αλλά μετατίθεται για του χρόνου με ακόμη πιο δυσμενείς προϋποθέσεις. Οι αγορές πάντως ποντάρουν στο ότι η κυβέρνηση δεν θα μπορέσει να συνεχίσει τη χρηματοδότηση του χρέους της, έστω κι αν χρειαστεί να αποδεχτεί όλο και πιο απεχθείς όρους δανεισμού. Οι διεθνείς κερδοσκόποι ήδη ποντάρουν στην επίσημη πτώχευση της Ελλάδας.
Αυτό εξηγεί και το γεγονός γιατί δεν εκδηλώνουν πια ενδιαφέρον για την αγορά ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, παρά τη σοβαρή αύξηση των τυπικών επιτοκιακών αποδόσεων, που ήδη έχουν φτάσει να είναι σχεδόν διπλάσιες από το μέσο όρο της ευρωζώνης. Οι πιο αισιόδοξοι αναλυτές εκτιμούν ότι αυτή η επίσημη κατάρρευση της οικονομίας δεν θα επέλθει πριν το ερχόμενο φθινόπωρο. Μιας και θεωρούν ότι τότε δεν θα μπορέσει να απορροφηθεί η μεγάλη πτώση του τουρισμού, ο οποίος αποτελεί τη βασική πηγή συναλλάγματος για την ελληνική οικονομία.
Όμως το πότε θα συμβεί η επίσημη αποδοχή της χρεοκοπίας δεν έχει να κάνει με τις (ούτως ή άλλως ανύπαρκτες) αντοχές της ελληνικής οικονομίας, αλλά με την πραγματική πορεία επιδείνωσης της παγκόσμιας ύφεσης και ειδικότερα της βαθιάς κρίσης που πλήττει την ευρωζώνη και το οικοδόμημα της ΕΕ ως συνόλου.
Παρόλα αυτά, η επικείμενη χρεωκοπία δεν φαίνεται να απασχολεί ούτε την κυβέρνηση, ούτε και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Ο κ. Καραμανλής μιλά για «έκτακτες συνθήκες» σαν να πρόκειται για μια κρίση που έπεσε από τον ουρανό, ένα είδος φυσικού φαινομένου για το οποίο το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε να περάσει επιμένοντας στον ίδιο άγονο, καταστροφικό και αντιλαϊκό μονόδρομο. Το ΠΑΣΟΚ ισχυρίζεται ότι δεν φταίει καν η κρίση, αλλά πρόκειται αποκλειστικά για χρεωκοπία της κυβερνητικής πολιτικής. Η γ.γ. του ΚΚΕ μόλις πριν τρεις εβδομάδες ανακάλυψε ότι ήρθε επιτέλους η κρίση και στη χώρα μας, από την οποία όμως δεν μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διέξοδος, όπως ισχυρίζεται η ίδια. Ο δε ΣΥΝ μιλά για την κρίση, αλλά αρνείται επίμονα να ασχοληθεί με τις αιτίες της και άρα με την αναγκαία πολιτική διεξόδου.
Οι πολιτικές δυνάμεις στο σύνολό τους αναπαρήγαγαν η καθεμιά με τον δικό της τρόπο το παραμύθι ότι η κρίση μας έρχεται απέξω, λες και η ελληνική οικονομία δεν είχε κανένα εσωτερικό λόγο να βρίσκεται σε κρίση. Θυμηθείτε ότι για μήνες μιλούσαν όλοι για την «κρίση που θα έρθει», ενώ στην πραγματικότητα η κρίση βρισκόταν ήδη στην Ελληνική οικονομία πολύ πριν εκδηλωθεί παγκόσμια. Η παγκόσμια οικονομική κρίση βρήκε την οικονομία και την κοινωνία της χώρας σε μια ήδη προϋπάρχουσα βαθιά κρίση και γενικευμένη παρακμή. Μια παρακμή που φέρνει ανεξίτηλα τη σφραγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μπορεί η αιτία της κρίσης της ελληνικής οικονομίας να μην είναι η ΟΝΕ, αλλά η ένταξη της χώρας σ’ αυτήν και η υιοθέτηση του ευρώ έπαιξε καταλυτικό ρόλο. Το Μάαστριχτ και η ΟΝΕ ως ασφυκτικός κορσές οδήγησαν τη χώρα στην πλήρη ασφυξία. Καταδίκασαν την οικονομία σε μια διαρκή παραγωγική υποβάθμιση, την εγχώρια αγορά σε προνομιακό πεδίο άνθησης κάθε είδους μονοπωλίων, το λαϊκό εισόδημα σε μόνιμη καθίζηση, τον εργαζόμενο σε έρμαιο της εργοδοτικής ασυδοσίας, τον αγρότη σε αδιέξοδο, το κράτος σε φέουδο των μεγαλοεπιχειρηματιών, μεγαλοτραπεζιτών και μεγαλοεργολάβων και των εγκάθετων πολιτικών τους, ενώ τη χώρα συνολικά σε υποδούλωση στα πιο αδίστακτα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα.
Χαρακτηριστικό της εντυπωσιακής παραγωγικής υποβάθμισης της ελληνικής οικονομίας δεν είναι μόνο τα εξωτερικά εμπορικά ελλείμματα που έφτασαν και ξεπέρασαν το 16% του ΑΕΠ, ούτε μόνο η εισαγωγική διείσδυση που σήμερα ξεπερνά το 60%, αλλά και η σοβαρή υποχώρηση της βιομηχανίας συνολικά, η οποία δεν κατόρθωσε όλα αυτά τα χρόνια να φτάσει ούτε καν το επίπεδο του 2000. Ενώ το καθαρό επιχειρηματικό εισόδημα από την αγροτική οικονομία στο διάστημα από το 2000 έως το 2008 υποχώρησε κατά 30%. Πρόκειται για αληθινή καταστροφή. Τα χρόνια του ευρώ η ελληνική οικονομία κατάστρεψε ουσιαστικά και τις τελευταίες παραγωγικές υποδομές που διέθετε.
Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ κουκούλωσαν την παραγωγική αποσύνθεση της οικονομίας μέσα από μια παρασιτική και εν πολλοίς πλασματική επέκταση του ΑΕΠ, που στηριζόταν κυρίως στα εξής:
Πρώτο, στην αναγωγή ενός ολόκληρου συστήματος αγυρτείας και απάτης σε βασικό μοχλό της οικονομίας, μέσα από την προνομιακή ενίσχυση της κερδοσκοπίας στις χρηματαγορές και την αγορά εν γένει. Έτσι η ελληνική οικονομία έφτασε να προσελκύει τα πιο κερδοσκοπικά κεφάλαια από το εξωτερικό. Σε κάθε 100 ευρώ που εισέρρεαν ετήσια ως κεφάλαιο από το εξωτερικό, μόλις τα 10 πήγαιναν σε επενδύσεις στην πραγματική οικονομία κι αυτά με την μορφή της εξαγοράς μεριδίων στη μετοχική σύνθεση εταιρειών. Ταυτόχρονα ο τραπεζικός τομέας υπερδιογκώθηκε τόσο ώστε το ενεργητικό του έφτασε να υπερβαίνει 2 φορές το ΑΕΠ της χώρας.
Δεύτερο, στην έκρηξη του ιδιωτικού και δημόσιου χρέους σε επίπεδα πρωτοφανή για τα εισοδηματικά δεδομένα της χώρας. Κι όχι μόνο αυτό. Με το ευρώ το δημόσιο χρέος μεταβλήθηκε σε προνομιακή αγορά χρεογράφων για ξένους θεσμικούς κερδοσκόπους.
Τρίτο, στη ραγδαία καταναλωτική επέκταση του κράτους μέσα από την πολιτική προμηθειών, την εκποίηση δημόσιας περιουσίας, τις ιδιωτικοποιήσεις, τα «μεγάλα έργα» και τα γνωστά «κοινοτικά πλαίσια στήριξης».
Τέταρτο, στην υπερδιόγκωση του τομέα μη παραγωγικών υπηρεσιών, ιδιαίτερα του εμπορίου και της χρηματοπιστωτικής αγοράς.
Η πλασματική αυτή επέκταση χρησιμοποιήθηκε ως άλλοθι μιας πρωτοφανούς αναδιανομής εισοδήματος σε βάρος της εργαζόμενης κοινωνίας, όχι μόνο μέσα από την άγρια φορομπηχτική πολιτική της κυβέρνησης και τη χρόνια μονόπλευρη λιτότητα, αλλά και μέσα από την χρηματιστική κερδοσκοπία και την εξάρτηση του μέσου νοικοκυριού από τις τράπεζες ακόμη και για τις πιο στοιχειώδεις ανάγκες του.
Η παγκόσμια κρίση ήρθε να αποκαλύψει το μέγεθος της παρακμής και της βαθιάς εσωτερικής κρίσης της ελληνικής οικονομίας. Οι ισχυρισμοί ότι το ευρώ είναι η σανίδα της σωτηρίας για τη χώρα είναι ένα ψέμα, με το οποίο παραπλανούν και συσκοτίζουν την κοινή γνώμη. Το ευρώ δεν οδήγησε στην «ισχυρή Ελλάδα» του κ. Σημίτη, ούτε ενίσχυσε τις «αντοχές της οικονομίας» του κ. Καραμανλή. Αντίθετα εγγυάται ότι η χρεωκοπία, η κατάρρευση και η καταστροφή αποτελεί αναπόδραστο μονόδρομο για την Ελλάδα.
Η χώρα αντιμετωπίζει μια νέα ιδιότυπη κατοχή. Η οικονομία της χώρας και ο λαός της έχει κριθεί αναλώσιμη προκειμένου να διασωθεί το ευρώ και το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για να μπορούν οι ισχυροί της ευρωζώνης να συνεχίσουν τη σπατάλη δημόσιων πόρων ώστε να στηριχθεί η χρηματιστική κερδοσκοπία και το «ισχυρό ευρώ», πρέπει οι χώρες σαν την Ελλάδα να ακολουθήσουν μια ακόμη πιο δραστική περιοριστική πολιτική, να ρευστοποιήσουν και να ξεπουλήσουν ότι έχει απομείνει από την οικονομία τους, να βυθίσουν το σύνολο της κοινωνίας στην ανέχεια και την ανεργία.
Με αυτήν την πολιτική του διατεταγμένου αυτοχειριασμού, έχουν πλήρως συμφωνήσει και ευθυγραμμιστεί οι ηγεσίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Έχουν ήδη παραδώσει τις τύχες της χώρας στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών και των διεθνών οργανισμών του ιμπεριαλισμού, προκειμένου να επιβληθεί το αναγκαίο κατοχικό καθεστώς της επιτήρησης και του καταναγκασμού. Η χώρα έχει εγκαταλειφθεί παντελώς στις ορέξεις και τα συμφέροντα των ισχυρών «εταίρων» της.
Για την Κομισιόν και τους ισχυρούς της ΕΕ δεν υπάρχει μέλλον για μια οικονομία σαν την Ελλάδα. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι η χρεωκοπία της χώρας να μην επηρεάσει το ευρώ. Αυτός είναι όλος ο καημός τους.
Το ερώτημα όμως που μπαίνει είναι, τι πρέπει να γίνει; Πως μπορεί να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή από τη σκοπιά των εργαζομένων και του λαού; Για να μιλήσει κανείς για διέξοδο από την κρίση και αποφυγή της χρεωκοπίας, θα πρέπει πρώτα και κύρια να απαντήσει στο θεμελιώδες πρόβλημα κάθε οικονομικής πρότασης: Ποιος ελέγχει την οικονομία; Μπορούμε σε μια οικονομία που ελέγχεται από το ευρώ, τις πολυεθνικές και τους μεγάλους κερδοσκόπους να υπάρξει μια φιλολαϊκή πολιτική αποφυγής της καταστροφής;
Στην κυρίαρχη πολιτική που υποτάσσει τα πάντα στο κέρδος και τους κερδοσκόπους, χρειάζεται να αντιπαρατεθεί μια ριζικά διαφορετική πολιτική η οποία πρέπει να βασίζεται σε νέα κριτήρια ανάπτυξης με επίκεντρο τις ανάγκες των εργαζομένων για απασχόληση, παιδεία, υγεία, κοινωνική ασφάλιση, προστασία του περιβάλλοντος, δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου και αποφασιστική συμμετοχή σ’ όλες τις διαδικασίες που τους αφορούν στην εργασία, την κοινωνία και την πολιτική. Χρειάζεται μια ριζικά διαφορετική πολιτική που υπογραμμίζει την αλληλεξάρτηση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, με την πιο πλατιά δημοκρατία, με την πολιτιστική και οικολογική αναγέννηση, με την κατάκτηση από τη χώρα μας μιας νέας, ισότιμης, εθνικά κυρίαρχης και ανεξάρτητης θέσης στο σύγχρονο κόσμο.
Μια τέτοια ριζικά διαφορετική πολιτική έχει ως βασική προϋπόθεση την ανάκτηση του ελέγχου της ελληνικής οικονομίας από τις πολυεθνικές, τα μονοπώλια και τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Όσο η χώρα βρίσκεται υπόδουλη στο ευρώ και την ΟΝΕ, όσο σύρεται και άγεται από τους διεθνείς κερδοσκόπους και τις πολυεθνικές, όσο στενάζει η οικονομία και οι εργαζόμενοι κάτω από το ζυγό των μονοπωλίων, δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους φιλολαϊκή πολιτική, δεν μπορεί να υπάρξει καμιά καλύτερη προοπτική για τον εργάτη, τον αγρότη, τον συνταξιούχο, τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, το νέο.
Ανάκτηση του ελέγχου σημαίνει την εφαρμογή πολιτικών με βάση τις πιο επείγουσες ανάγκες του λαού και με κριτήριο την ορθολογική αξιοποίηση των πόρων και των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας. Σημαίνει επίσης το άνοιγμα του διεθνή ορίζοντα της χώρας που εξασφαλίζει την ολόπλευρη αξιοποίηση των σχέσεων μ’ όλες τις χώρες και τους λαούς στην Ευρώπη και παγκόσμια δίχως δεσμά και μονοπωλιακές εξαρτήσεις.
Ανάκτηση του ελέγχου σημαίνει άμεσα και πρακτικά:
Πρώτο: Τον άμεσο απεγκλωβισμό από το ευρώ και την ΟΝΕ. Όσο η χώρα βρίσκεται υπό το καθεστώς του ευρώ είναι υποχρεωτικά εκτεθειμένη στις πιέσεις, τους εκβιασμούς και τις επιδρομές της διεθνούς κερδοσκοπίας, είναι παντελώς ανοχύρωτη απέναντι στις πιο ασύδοτες δυνάμεις της αγοράς και λειτουργεί ως αναλώσιμο είδος για τα διευθυντήρια της Ευρωζώνης που κινούνται με πρωταρχικό κριτήριο το συμφέρον και τη στήριξη της οικονομίας των ισχυρών. Η οικονομία της χώρας πρέπει να αποκτήσει τη νομισματική της ελευθερία για να είναι σε θέση να απελευθερώσει τις δυνατότητές της, να ανασυγκροτήσει την παραγωγική της βάση και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που προσφέρει η διεθνής οικονομική ζωή.
Δεύτερο: Το αποφασιστικό σπάσιμο του φαύλου κύκλου του χρέους. Η σημερινή υπερχρέωση αποτελεί αφενός προϊόν ενός παρασιτικού κράτους, φέουδου πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων, και αφετέρου προνομιακό πεδίο εξάρτησης της οικονομίας και εξαγοράς του κράτους ως συνόλου από τους πιο αδίστακτους κερδοσκόπους της αγοράς. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Η οικονομία και η κοινωνία δεν μπορεί να συνθλιβεί κάτω από το βάρος της εξυπηρέτησης των χρεών. Οι απλοί εργαζόμενοι δεν έχουν καμιά υποχρέωση να αποπληρώσουν χρέη, προϊόντα τοκογλυφίας, ρεμούλας και κερδοσκοπίας.
Τρίτο: Το κράτος πρέπει να μετατραπεί σε βασικό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας και στήριξης της κοινωνίας. Το δόγμα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με βάση το οποίο οι κυβερνήσεις συγκάλυπταν ανέκαθεν την ασυδοσία των μεγάλων ιδιωτικών μονοπωλίων, κατέρρευσε παταγωδώς. Όσο η οικονομία και η κοινωνία συνεχίζει να υπηρετεί αυτό το χρεωκοπήμενο δόγμα, τόσο μεγαλύτερη γίνεται η συρρίκνωση της αγοράς, τόσο χειροτερεύει η κατάσταση της παραγωγής, τόσο γιγαντώνεται η μαζική ανεργία, τόσο υποβαθμίζεται η θέση του εργαζόμενου, τόσο πολλαπλασιάζεται το κλείσιμο των επιχειρήσεων. Μόνη διέξοδος είναι να αναλάβει το κράτος τα ηνία της οικονομίας, όχι για να φορτωθεί με τις ζημιές του ιδιωτικού τομέα, ούτε για να παίξει ρόλο συμπληρωματικό στην «ελεύθερη» αγορά. Το κράτος και πιο συγκεκριμένα η κρατική επιχειρηματική δράση πρέπει να αποτελέσουν βασικό μοχλό και αναντικατάστατο μέσο για την ορθολογική και ισόρροπη ανάπτυξη της οικονομίας, ιδίως στους τομείς της ενέργειας, των αναπτυσσόμενων τεχνολογιών αιχμής, της διευρυμένης αναπαραγωγής κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και για την ισότιμη παραγωγική ένταξη της χώρας στο διεθνή καταμερισμό της εργασίας.
Τέλος ανάκτηση του ελέγχου σημαίνει διεκδίκηση της δημοκρατίας. Σημαίνει ανατροπή του υπάρχοντος διάτρητου και διεφθαρμένου συστήματος καλπονοθευτικής αναπαραγωγής ενός περιορισμένου κοινοβουλευτισμού που στηρίζει την απολυταρχία της εκάστοτε κυβέρνησης.
Δημήτρης Καζάκης
Ξενοδοχείο Stanley, 28/3/2009.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου