Την 1η Οκτωβρίου του1890 αναστέλλεται ο Νόμος ενάντια στους Σοσιαλιστές, που είχε επιβληθεί από τον Μπίσμαρκ στις 21 Οκτωβρίου του 1878. Το νεαρό, την εποχή εκείνη, Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας, βγαίνει από την παρανομία. Για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία του εργατικού κινήματος, ένα επαναστατικό και μάλιστα μαρξιστικό κόμμα παύει να αποτελεί μια μικρή ομάδα αφοσιωμένων επαναστατών και μετατρέπεται σ’ ένα κόμμα μαζικής οργάνωσης και ακόμη μαζικότερης επιρροής. Μέσα στον πρώτο χρόνο από την ανάκληση του Νόμου ενάντια τους Σοσιαλιστές, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας αποκτά πάνω από ένα εκατομμύριο μέλη. Ενώ είχε αναδειχθεί ήδη από την εποχή του Νόμου, στο κόμμα με τη μαζικότερη επιρροή μέσα στο Γερμανικό Ράιχ.
Η κατάσταση αυτή προβληματίζει ιδιαίτερα τον Ένγκελς, ο οποίος παρακολουθεί με θαυμασμό, αλλά και με ανησυχία, αυτή τη ραγδαία οργανωτική ανάπτυξη του κόμματος που δίκαια θεωρείται ως «πνευματικό τέκνο» του ίδιου και του Μαρξ. Για πρώτη φορά στην ιστορική πορεία του μαρξισμού έμπαιναν στην ημερήσια διάταξη τα βασικά οργανωτικά προβλήματα του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης. Έως τότε, τόσο ο Μαρξ, όσο και ο Ένγκελς, είχαν μεν επισημάνει την υπέρτατη ανάγκη ενός μαζικού, ανεξάρτητου και επαναστατικού πολιτικού κόμματος της εργατικής τάξης, που ήταν απαραίτητο να λειτουργεί δημόσια μπροστά σ’ ολόκληρο το προλεταριάτο, δίχως τη στενότητα των παλιών «κλειστών» σοσιαλιστικών ομίλων, αλλά τίποτε άλλο πέραν τούτου. Με τη ραγδαία, όμως, ανάπτυξη της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, η γενική θέση έπρεπε να εξειδικευθεί και να απαντηθούν τα συγκεκριμένα οργανωτικά προβλήματα. Την εποχή αυτή, στην αλληλογραφία του Ένγκελς με τους ηγέτες της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, θα βρει κανείς πλήθος εξαιρετικής διαύγειας και σημασίας παρατηρήσεων σχετικά με τον τρόπο που πρέπει να οργανώνεται και να λειτουργεί ένα επαναστατικό, μαζικό κόμμα της εργατικής τάξης. Παρατηρήσεις, που μερικά χρόνια αργότερα ανακάλυψε – μιας και η ηγετική σοσιαλδημοκρατία τις είχε «ξεχάσει» στα αρχεία της – συστηματοποίησε, ανέπτυξε και ανέδειξε ο ίδιος ο Λένιν στην αντίληψή του για το «κόμμα νέου τύπου».
Τι ανησυχούσε περισσότερο τον Ένγκελς σχετικά με την μαζική οργανωτική ανάπτυξη του κόμματος; Βασικά ήταν δυο θεμελιώδη ζητήματα: Αφενός, η αναγκαία αφομοίωση από τον επιστημονικό σοσιαλισμό των νεοφώτιστων δυνάμεων, που ήταν φυσικό να φέρνουν μαζί τους στο εσωτερικό του κόμματος όλα τα κουσούρια και τις νοοτροπίες του αστικού περιβάλλοντος. Το κόμμα δεν έπρεπε επ’ ουδενί να σταματήσει να αποτελεί συλλογικό πεδίο δημιουργικής σύνδεσης της επιστήμης με τη σοσιαλιστική συνείδηση. Κι αφετέρου να μην αποσπαστεί η ηγεσία από τη βάση, να μην διχαστεί το εσωτερικό του κόμματος σε μια ηγετική γραφειοκρατία και μια υπάκουη μάζα κομματικών μελών. Ποια ήταν η απάντηση του Ένγκελς;
«Το κόμμα – έγραφε ο Ένγκελς στον Άντολφ Ζόργκε τον Αύγουστο του 1890 – είναι τόσο μεγάλο που η απόλυτη ελευθερία συζήτησης μέσα στις γραμμές του είναι επιτακτική ανάγκη. Διαφορετικά τα πολλά νέα στοιχεία που έχουν ενταχθεί σ’ αυτό κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 3 χρόνων και τα οποία παραμένουν ακόμη από πολλές πλευρές υπερβολικά άπειρα και άξεστα, δεν θα μπορέσουν να αφομοιωθούν και να εκπαιδευτούν… Το μεγαλύτερο κόμμα στην αυτοκρατορία δεν μπορεί να υπάρξει δίχως να επιτρέπεται πλήρης ελευθερία έκφρασης σε κάθε απόχρωση άποψης, ενώ ακόμη και η φαινομενική ομοιότητα με δικτατορία αλά Σβάιτσερ [Λασσαλικός ηγέτης που πίστευε ότι το κόμμα πρέπει να στηρίζεται στη δικτατορία της ηγεσίας] πρέπει να αποφεύγεται»[1].
Ο Ένγκελς τόνιζε ξανά και ξανά σ’ όλους τους ηγέτες της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, ότι «εσείς – το κόμμα – έχετε ανάγκη την επιστήμη του σοσιαλισμού και αυτή δεν μπορεί να υπάρξει δίχως ελευθερία ανάπτυξης»[2]. Γι αυτό και ήταν ανελέητος ενάντια σε λογικές που ήθελαν να αναβιώσουν τον Νόμο ενάντια στους Σοσιαλιστές στο εσωτερικό του κόμματος, ενώ καλλιεργούσαν την τυφλή υποταγή στους κομματικούς ηγέτες: «Είναι επίσης απαραίτητο – έγραφε ο Ένγκελς στον Κάουτσκι τον Φεβρουάριο του 1891 – οι σύντροφοι να αποτινάξουν επιτέλους από πάνω τους τη συνήθεια να μεταχειρίζονται τους κομματικούς αξιωματούχους – που είναι υπηρέτες τους – με το μαλακό και να τους κάνουν βαθιές υποκλίσεις σαν να είναι αλάνθαστοι γραφειοκράτες, αντί να τους αντιμετωπίζουν με κριτικό τρόπο»[3].
Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια ο κομματικός τύπος, η κομματική φιλολογία, έπρεπε να ήταν κάτι πολύ διαφορετικό από «ιμάντας μεταβίβασης» της γραμμής από πάνω προς τα κάτω. Ο Μπέμπελ το Δεκέμβριο του 1892 έγραψε στον Ένγκελς ότι βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση διότι ενώ διαφωνεί με την άνωθεν επιβολή κανόνων «κομματικής νομιμότητας» στον κομματικό τύπο, η θέση του όμως ως εκδότης του κεντρικού οργάνου, δεν του επέτρεπε να δημοσιοποιήσει τη διαφωνία του, μήπως και θιγεί το κόμμα. Η απάντηση του Ένγκελς υπήρξε άμεση και εντυπωσιακή: «Είναι σκληρή η μοίρα εκείνου που είναι εξαρτημένος – ακόμη κι απ’ το κόμμα της εργατικής τάξης. Όμως, πέρα από την οικονομική πλευρά, το να είσαι συντάκτης μιας εφημερίδας που ανήκει στο κόμμα είναι μια αχάριστη δουλειά για οποιονδήποτε διαθέτει πρωτοβουλία. Ο Μαρξ κι εγώ ήμασταν πάντα σύμφωνοι στο να μην αναλάβουμε ποτέ μια τέτοια θέση, ενώ θα εκδίδαμε μόνο μια εφημερίδα που θα ήταν οικονομικά ανεξάρτητη, ακόμη κι από το κόμμα. Η ‘εθνικοποίηση’ που επιβάλλατε στον κομματικό τύπο μπορεί να οδηγήσει σε εξαιρετικά προβλήματα, εάν το παρατραβήξετε. Είναι απολύτως αναγκαίο για σας να έχετε έναν κομματικό τύπο που να είναι εντελώς ανεξάρτητος από την κομματική ηγεσία, ακόμη και από το κομματικό συνέδριο, δηλαδή, έναν [κομματικό τύπο] ο οποίος είναι ελεύθερος, μέσα στα πλαίσια του προγράμματος και της τακτικής που έχει συμφωνηθεί, να βγαίνει ανοικτά ενάντια σε κάθε συγκεκριμένο βήμα του κόμματος. Και επίσης, στο βαθμό που δεν υπερβαίνει τα όρια της κομματικής ηθικής, να κριτικάρει το ίδιο το πρόγραμμα και την τακτική. Εσείς, η ηγεσία, θα πρέπει να ενθαρρύνεται, ή στο βαθμό που είναι αναγκαίο, ακόμη και να δημιουργήσετε έναν τέτοιο τύπο. Η ηθική σας επιρροή θα είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι αν αυτός γεννηθεί ανεξάρτητα και ενάντια στη θέλησή σας. Το κόμμα μεγάλωσε πολύ πέρα από τα όρια που εκ των πραγμάτων τίθενται από την αυστηρή πειθαρχία – με δυο ή τρία εκατομμύρια μέλη και τη συνεχή εισροή «μορφωμένων στοιχείων», υπάρχει η ανάγκη για μεγαλύτερη ελευθερία δράσης από εκείνη που είχαμε έως σήμερα και η οποία κάποια εποχή μπορεί να ήταν αρκετή ή επωφελής μέσα από τους περιορισμούς της. Όσο πιο σύντομα εσείς οι ίδιοι και το κόμμα προσαρμοστείτε σ’ αυτή τη νέα κατάσταση, τόσο το καλύτερο. Και το πρώτο πράγμα που χρειάζεται είναι ένας τυπικά ανεξάρτητος κομματικός τύπος. Είναι σίγουρο ότι αργά ή γρήγορα αυτός θα εμφανιστεί, αλλά θα ήταν προτιμότερο εάν το βοηθούσατε να υπάρξει με τέτοιο τρόπο ώστε από την πρώτη κιόλας στιγμή να βρίσκεται κάτω από την ηθική σας επιρροή και να μην γεννηθεί αψηφώντας σας και εναντίον σας»[4].
Σημειώσεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου