Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η προσπάθεια από πολιτικό και δημοσιογραφικό κατεστημένο να αποκλείσουν εκ προοιμίου και δια παντός οποιαδήποτε σχέση της τρομοκρατίας στην Ελλάδα με επιχειρήσεις μυστικών υπηρεσιών. Τα «λαγωνικά» της «μάχιμης δημοσιογραφίας» επιμένουν να αγνοούν ορισμένα πολύ συγκεκριμένα δεδομένα.
Το Βήμα (7/7/2002) αναφέρει ότι ο κ. Μίλλερ, όταν αυτός ήταν Νο2 στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα, εξομολογήθηκε σε συγγενή θύματος της 17Ν: «Δεν έχουμε ιδέα τι συμβαίνει. Ψάχνουμε ακόμη και την πιθανότητα ένα κομμάτι ανθρώπων που συμμετείχαν στην επιχείρηση «κόκκινη προβιά» να έχουν αποκοπεί και να λειτουργούν συνωμοτικά»! Ποια όμως ήταν η επιχείρηση «κόκκινη προβιά», που ακόμη και οι Αμερικανοί – κατά τον κ. Μίλλερ – δεν έχουν εξαιρέσει από τις έρευνές τους για την τρομοκρατία στην Ελλάδα;
Σύμφωνα με δηλώσεις του Γιάννη Βαρβιτσιώτη το 1990 (Guardian, 10/11/90) η επιχείρηση «κόκκινη προβιά» ήταν ένα μυστικό επιχειρησιακό δίκτυο που έστησε η CIA το 1955 στην Ελλάδα με στόχο να οργανώσει αντάρτικες παρακρατικές ομάδες ενάντια σε μια ενδεχόμενη επικράτηση των κομμουνιστών. Στα πλαίσια της στρατολογήθηκαν πολλοί, ακόμη και τμήματα των ειδικών δυνάμεων του ελληνικού στρατού, που εκπαιδεύονταν συστηματικά από τους Αμερικανούς σε σαμποτάζ και ανταρτοπόλεμο έως τη δεκαετία του 1980. Ο Ανδρέας Παπανδρέου την ίδια χρονιά δήλωνε ότι «η κυβέρνησή του έχει διαλύσει το Ελληνικό δίκτυο, το οποίο και χαρακτήρισε ως «παραστρατιωτική» οργάνωση» (Independent, 16/11/90). Ενώ σύμφωνα με το Associated Press (14/11/90), «η ελληνική επιχείρηση ξεκίνησε το 1955 αλλά η Σοσιαλιστική κυβέρνηση που ήρθε στην εξουσία το 1981 ξεκίνησε να το διαλύει το 1985. Όλα τα φορτώματα οπλισμού ξεθάφτηκαν και αποθηκεύτηκαν σε μια στρατιωτική βάση κοντά στην Αθήνα έως το 1988 όταν το δίκτυο εντέλει διαλύθηκε, όπως αναφέρουν αξιωματούχοι και ρεπορτάζ εφημερίδων».
Η επιχείρηση «κόκκινη προβιά» υπήρξε η ελληνική εκδοχή της ευρύτερης επιχείρησης Stay Behind (μείνε στα μετόπισθεν), η οποία άρχισε να οργανώνεται από την OSS, την πρόγονο της CIA, στη λήξη του 2ου παγκοσμίου πολέμου με στόχο να στηθεί ένα τεράστιο δίκτυο παραστρατιωτικών αντικομουνιστικών ομάδων με δικό τους οπλισμό και εφόδια, ως Πέμπτη Φάλαγγα, εναντίον της «κομμουνιστικής επικράτησης» στην Ευρώπη. Έτσι σχεδόν σε κάθε χώρα της Δυτικής Ευρώπης συγκροτήθηκε ένας ντόπιος βραχίονας με τη δική του κωδική ονομασία. Στην Ιταλία ονομάστηκε Γκλάντιο, στην Αυστρία Σβέρτ, στο Βέλγιο SDR-8, στη Γαλλία Γκλέβ, στη Σουηδία Σβέμποργκ, στην Ελβετία P26, κοκ. Στην Ελλάδα και στην Τουρκία είχε την κωδική ονομασία «κόκκινη προβιά».
Ωστόσο, η χρησιμότητα του δικτύου δεν περιορίστηκε απλά στην παρακρατική αντιμετώπιση της «κομμουνιστικής απειλής» στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά λειτούργησε και ως μηχανισμός πολιτικής αποσταθεροποίησης, όταν τα συμφέροντα των ΗΠΑ το απαιτούσαν. Έτσι, έχει αποκαλυφθεί η ευθεία ανάμιξη της Γκλάντιο στο τρομοκρατικό κύμα που σάρωσε την Ιταλία στη δεκαετία του ’70 και ’80. Ξεκίνησε αρχικά με αιματηρότατες τυφλές τρομοκρατικές ενέργειες ακροδεξιών βραχιόνων της Γκλάντιο, που στοίχισαν μέσα σε μια δεκαετία πάνω από 300 νεκρούς και οι οποίες αρχικά χρεώθηκαν σε «ακροαριστερές οργανώσεις». Την ίδια περίπου εποχή ξεκινούν τη δράση τους και οι Ερυθρές Ταξιαρχίες με κορύφωση την απαγωγή και δολοφονία του Άλντο Μόρο. Ωστόσο, ο συνταγματάρχης της CIA Όσβαλντ Λεγουίντερ, που υπηρέτησε ως σύνδεσμος με τη Γκλάντιο, έχει δηλώσει ότι το επιχειρησιακό επιτελείο των Ερυθρών Ταξιαρχιών αποτελούνταν από πράκτορες1.
Ανάλογες επιχειρήσεις τρομοκρατικής αποσταθεροποίησης οργανώθηκαν και στη Βρετανία, στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Ελβετία κ. ά.. Ειδικά στην Ελλάδα το δίκτυο της «κόκκινης προβιάς» είχε άμεση συμμετοχή στην προετοιμασία και επιβολή της χούντας. Μάλιστα ένα από τα πρώτα που έτρεξαν να εξασφαλίσουν οι Αμερικανοί με την μεταπολίτευση ήταν η συγκάλυψη του παρακρατικού δικτύου τους. Ο αμερικανός απεσταλμένος Φίλιπ Ντήν φρόντισε να εξασφαλίσει από την κυβέρνηση Καραμανλή τη διαβεβαίωση ότι «στο όνομα της διατήρησης των καλών σχέσεων με τις ΗΠΑ, τα αποδεικτικά στοιχεία της εμπλοκής των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θα αποκαλυφθούν πλήρως»2.
Αυτό που ενδιέφερε τους κυβερνώντες και κυρίως τους Αμερικανούς δεν ήταν φυσικά η αποκάλυψη της «σχέσης» τους με τους χουνταίους, αυτή ήταν ήδη γνωστή, αλλά να μην αποκαλυφθεί το υπάρχον επιχειρησιακό δίκτυο της «κόκκινης προβιάς». Με την κάλυψη των ελληνικών κυβερνήσεων η επιχείρηση «κόκκινη προβιά» συνεχίστηκε ανεμπόδιστα σε αγαστή συνεργασία με ειδικές μονάδες του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών της χώρας (βλ. ΚΥΠ). Συνεχίστηκε ακόμη κι όταν κάνουν την εμφάνισή τους και στην Ελλάδα φαινόμενα τρομοκρατίας ανάλογα με εκείνα της Ιταλίας. Ακόμη κι όταν οι εντάσεις στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος των ΗΠΑ αφήνουν να διαρρεύσουν πληροφορίες, που συνδέουν την επιχείρηση «κόκκινη προβιά» με τη δράση της νεοεμφανισθείσας 17Ν.
Κάτω από το βάρος πολιτικών σκανδάλων όπως το Γουότεργκεητ, τις συνεχείς αποκαλύψεις για τον εγκληματικό ρόλο της CIA σε διάφορα μέτωπα στο εσωτερικό και εξωτερικό, το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ επιχειρεί στα μέσα της δεκαετίας του ’70, την «αυτοκάθαρσή» του. Έτσι στις 27 Ιανουαρίου 1975 η Γερουσία διορίζει την Επιτροπή Τσέρτς για να ερευνήσει τον τρόπο αξιοποίησης των μυστικών υπηρεσιών από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Ενώ λίγο πριν, στις 19 Ιανουαρίου 1975, η Βουλή είχε διορίσει τη δική της Επιτροπή Νέντζι, η οποία σε πέντε μήνες αντικαθίσταται από την Επιτροπή Πάικ, με σκοπό την έρευνα στα οικονομικά της CIA.
Από τις δυό επιτροπές, η Επιτροπή του δημοκρατικού Ότις Πάικ προχώρησε πολύ πέρα από τα «εσκαμμένα» στην έρευνά της για τον υπονομευτικό ρόλο της CIA. Κι αυτό παρά τον ανελέητο πόλεμο που δέχτηκε από την ίδια τη CIA, το μέγα και πολύ Χένρυ Κίσινγκερ και τον τότε πρόεδρο Τζέραλντ Φορντ. Το τεράστιο υλικό που συγκέντρωσε αυτή η επιτροπή αποτελεί μια πραγματική εγκυκλοπαίδεια σκανδάλων της CIA, από δολοφονικές απόπειρες δεκάδων πολιτικών προσωπικοτήτων, έως το ευρύτατο ξέπλυμα χρήματος από ναρκωτικά, όπλα, μαφία, κοκ. Ανάμεσα σ’ αυτό το υλικό υπάρχουν μαρτυρίες για έναν ακήρυχτο «εμφύλιο πόλεμο» στο εσωτερικό της CIA, με στόχο το «ξεκαθάρισμα του πολιτικού τοπίου» κατά τη διετία 1974-763. Στα πολυάριθμα ονόματα που αναφέρονται ως θύματα αυτού του «εμφυλίου πολέμου», ξέρετε ποιο συμπεριλαμβάνεται; Του σταθμάρχη της CIA στην Ελλάδα, Ρίτσαρντ Ουέλς, η δολοφονία του οποίου υπήρξε το «εναρκτήριο λάκτισμα» της 17Ν!
Φυσικά καμμιά ελληνική κυβέρνηση από τότε έως σήμερα δεν ενδιαφέρθηκε να μάθει περισσότερα γι αυτά τα στοιχεία της Επιτροπής Πάικ, ούτε φυσικά διανοήθηκε να ζητήσει εξηγήσεις από τους υπερατλαντικούς «συμμάχους». Μόνο όταν το 1990 η δικαστική έρευνα στην Ιταλία για μια πολύνεκρη τρομοκρατική ενέργεια στις αρχές της δεκαετίας του ’70, φέρνει στο φως την άμεση εμπλοκή της επιχείρησης Γκλάντιο, προκαλείται πραγματική χιονοστιβάδα αποκαλύψεων για βραχίονες Γκλάντιο σε όλες σχεδόν τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Μόνο που οι κυβερνώντες, όπως ο Α. Παπανδρέου, ισχυρίζονται πλέον ότι τα δίκτυα αυτά έχουν εξαρθρωθεί. Αν όμως σκεφτεί κανείς ότι και τη συμφωνία παραμονής των Αμερικανονατοικών βάσεων του ’83, η τότε κυβέρνηση Παπανδρέου εμφάνισε ως «συμφωνία απομάκρυνσης» με χρονοδιάγραμμα έως το 1988(!), τότε έχουμε κάθε λόγο να μην παίρνουμε και πολύ της μετρητοίς παρόμοιες ανέξοδες δηλώσεις για λαϊκή κατανάλωση.
Ήταν τέτοιος ο καταιγισμός των αποκαλύψεων που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της τότε ΕΟΚ αναγκάστηκε να πράξει το αυτονόητο, που όμως σήμερα οι πάντες δείχνουν να ξεχνούν επιδεικτικά. Ψήφισε μια πρωτοφανή για τα δεδομένα του απόφαση «σχετικά με την υπόθεση Γκλάντιο» το Νοέμβριο του 1990, που αξίζει να παραθέσουμε ολόκληρη. Μ’ αυτή συσχετίζει τη δημιουργία αυτού του μυστικού δικτύου με πιθανές επεμβάσεις στις εσωτερικές πολιτικές υποθέσεις των Κρατών Μελών, όπως και με τα φαινόμενα τρομοκρατίας. Ενώ καταλήγει να ζητά αυτό που στην πράξη φάνηκε αδιανόητο: την πλήρη και σε βάθος δημόσια διερεύνηση της όλης υπόθεσης από τις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των Κρατών Μελών.
Τι απ’ όλα αυτά έγινε; Φυσικά τίποτε άλλο εκτός από φτηνά λόγια και κούφιες υποσχέσεις. Ποια κυβέρνηση και ποιο πολιτικό κόμμα τόλμησε να το αναδείξει ως στοιχειώδες δημοκρατικό καθήκον για τη χώρα του; Ποιος απ’ όλους τους λάβρους «μαχητές» εναντίον της τρομοκρατίας, αλλά και τους ένθερμους καταγγέλοντες την ανάμιξη μυστικών υπηρεσιών, θα τολμήσει έστω και τώρα να απαιτήσει τα στοιχειώδη που διατυπώνει η απόφαση; Και πόσο καθαρή μπορεί να είναι μια «δημοκρατία», μια κυβέρνηση και η όποια πολιτική ηγεσία, όσο αριστερά πρόσημα κι αν αποδίδει στον εαυτό της, που αρνείται να αναλάβει πολιτικές πρωτοβουλίες σ’ αυτή την κατεύθυνση;
Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
Σχετικά με την υπόθεση Γκλάντιο
A. Έχοντας υπόψη τις αποκαλύψεις από αρκετές Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις της ύπαρξης για 40 χρόνια μιας μυστικής παράλληλης υπηρεσίας και οργάνωσης ένοπλων επιχειρήσεων σε αρκετά Κράτη Μέλη της Κοινότητας,
B. δοθέντος ότι για 40 και πλέον χρόνια αυτή η οργάνωση έχει διαφύγει κάθε δημοκρατικού ελέγχου και διευθύνεται από τις μυστικές υπηρεσίες των εμπλεκομένων κρατών σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ,
C. φοβούμενοι τον κίνδυνο ότι αυτό το μυστικό δίκτυο μπορεί να έχει παρέμβει παράνομα στις εσωτερικές πολιτικές υποθέσεις των Κρατών Μελών, είτε πιθανόν να συνεχίζει να το κάνει,
D. δοθέντος ότι σε ορισμένα Κράτη Μέλη οι στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες (ή ανεξέλεγκτοι βραχίονες αυτών) ήταν αναμιγμένες σε σοβαρές υποθέσεις τρομοκρατίας και εγκλημάτων όπως έχει αποδειχτεί από διάφορες δικαστικές έρευνες,
E. δοθέντος ότι αυτές οι οργανώσεις λειτούργησαν και συνεχίζουν να λειτουργούν εντελώς εκτός νόμου από τη στιγμή που δεν είναι υποκείμενες σε κανενός είδους κοινοβουλευτικό έλεγχο και συχνά αυτοί που κατέχουν τις υψηλότερες κυβερνητικές και θεσμικές θέσεις κρατούνται στο σκοτάδι όσον αφορά αυτά τα θέματα,
F. δοθέντος ότι οι ποικίλες οργανώσεις ‘ΓΚΛΑΝΤΙΟ’ έχουν στη διάθεσή τους ανεξάρτητα οπλοστάσια και στρατιωτικά εφόδια, που τους δίνουν τη δυνατότητα πλήγματος άγνωστου δυναμικού, θέτοντας ως εκ τούτου σε κίνδυνο τις δημοκρατικές δομές των κρατών στις οποίες λειτουργούν, ή έχουν λειτουργήσει,
G. με ιδιαίτερη ανησυχία για την ύπαρξη κέντρων λήψης αποφάσεων και επιχειρήσεων τα οποία δεν υπόκεινται σε κανενός είδους δημοκρατικό έλεγχο και έχουν έναν παντελώς μυστικό χαρακτήρα, την εποχή ακριβώς που αποτελεί μόνιμο θέμα συζητήσεων η μεγαλύτερη συνεργασία της Κοινότητας στο πεδίο της ασφάλειας,
1. Καταδικάζει τη μυστική δημιουργία υπονομευτικών και επιχειρησιακών δικτύων και Καλεί για την πλήρη διερεύνηση του χαρακτήρα, της δομής, των στόχων και όλων των άλλων πλευρών αυτών των μυστικών οργανώσεων ή οποιασδήποτε άλλης αποσχισθείσας ομάδας, της αξιοποίησή τους για παράνομη παρέμβαση στις εσωτερικές πολιτικές υποθέσεις των εμπλεκομένων χωρών, του πρόβληματος της τρομοκρατίας στην Ευρώπη και την πιθανή συμπαιγνία των μυστικών υπηρεσιών των Κρατών Μελών, ή τρίτων χωρών.
2. Διαμαρτύρεται έντονα για την ανάληψη από ορισμένο στρατιωτικό προσωπικό των ΗΠΑ στο SHAPE [Ανώτατο Αρχηγείο Συμμαχικών Δυνάμεων Ευρώπης – σ.σ.] και στο ΝΑΤΟ του δικαιώματος να ενθαρρύνουν τη δημιουργία στην Ευρώπη ενός μυστικού δικτύου πληροφοριών και επιχειρήσεων.
3. Καλεί τις κυβερνήσεις των Κρατών Μελών να διαλύσουν όλα τα μυστικά στρατιωτικά και παραστρατιωτικά δίκτυα.
4. Καλεί τις δικαστικές αρχές των χωρών στις οποίες η παρουσία τέτοιων στρατιωτικών οργανώσεων έχει πιστοποιηθεί να φωτίσουν πλήρως τη σύνθεση τους και το modus operandi [τρόπο λειτουργίας – σ.σ.] και να ξεκαθαρίσουν οποιαδήποτε δραστηριότητα πιθανόν να έχουν αναλάβει για να αποσταθεροποιήσουν τις δημοκρατικές δομές των Κρατών Μελών.
5. Ζητά από όλα τα Κράτη Μέλη να πάρουν τα απαραίτητα μέτρα, εάν κριθεί αναγκαίο με τη δημιουργία κοινοβουλευτικών επιτροπών έρευνας, ώστε να καταρτιστεί ένας πλήρης κατάλογος οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σ’ αυτό το πεδίο και την ίδια ώρα να ελέγξουν τους δεσμούς τους με τις αντίστοιχες κρατικές μυστικές υπηρεσίες και τις σχέσεις τους, εάν υπάρχουν, με τη δράση τρομοκρατικών ομάδων, είτε με άλλες παράνομες δραστηριότητες.
6. Καλεί το Συμβούλιο Υπουργών να παράσχει πλήρη ενημέρωση σχετικά με τη δραστηριότητα αυτών των μυστικών υπηρεσιών πληροφοριών και επιχειρήσεων.
7. Καλεί την ειδική επιτροπή να θεωρήσει αναγκαίο να οργανώσει ακροάσεις για την αποσαφήνιση του ρόλου και των επιπτώσεων των οργανώσεων ‘ΓΚΛΑΝΤΙΟ’ και κάθε άλλου παρεμφερούς σώματος.
8. Δίνει εντολή στον Πρόεδρο του να προωθήσει αυτή την απόφαση στην Επιτροπή, το Συμβούλιο, το Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, τις κυβερνήσεις των Κρατών Μελών και την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών.
22/11/1990
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλέπε William Blum, Killing Hope. US Military and CIA Interventions since W.W.II. Common Courage Press, 1995, σελ. 107.
2. Βλέπε Philip Deane, I Should Have Died. Atheneum, New York, 1977, σελ. 125.
3. Βλέπε αναλυτικότερα The Pike Report, Washington, DC: GPO,1977.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου