Στις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό επιχειρείται μια κριτική της πολιτικής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ) κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Στόχος της κριτικής αυτής είναι η πολιτική του ενιαίου ή λαϊκού μετώπου, παρά το γεγονός ότι με βάση αυτή την πολιτική μπόρεσαν τα ΚΚ, όπως το ΚΚΕ, να οικοδομήσουν μέσα στον πόλεμο πλατιές συμμαχίες, όπως ήταν το ΕΑΜ, που τους έδωσαν την ευκαιρία να κατακτήσουν ή να διεκδικήσουν την εξουσία. Δίχως αυτή την πολιτική οι κομμουνιστές είναι βέβαιο ότι θα έπαιζαν ασήμαντο ή αντιδραστικό ρόλο, σαν τους διάφορους Στίνες και τους άλλους «επαναστάτες ντεφετιστές», που της καταλόγιζαν τότε ότι η ΚΕ του ΚΚΕ σήμερα.
Οι Θέσεις διατυπώνουν έναν «βαθύτερο προβληματισμό για τη διάλυση της KΔ». Πράγματι, η διάλυση της ΚΔ αποτέλεσε μια από τις κορυφαίες πράξεις οριστικής διάρρηξης των σχέσεων του κομμουνιστικού κινήματος με τη Λενινιστική του παράδοση. Μόνο που αυτή οφείλεται στον Στάλιν, ο οποίος δεν δίστασε να θυσιάσει την ΚΔ ώστε να διευκολύνει την προσέγγιση της ΕΣΣΔ με τις ηγεσίες του ιμπεριαλισμού. Το τραγικό ήταν ότι πολλά χρόνια πριν τη διάλυσή της, η ΚΔ είχε αφυδατωθεί τόσο, ώστε να λειτουργεί μόνο τυπικά, μόνο για να στέλνει εντολές και να απαιτεί πειθαρχία. Γι’ αυτό και πολλοί κομμουνιστές καλοδέχτηκαν τη διάλυσή της.
Ωστόσο, η απόδοση της διάλυσης της ΚΔ στην πολιτική του λαϊκού μετώπου και στην ανάγκη για συμμαχία με την αριστερή σοσιαλδημοκρατία, όπως κάνουν εμμέσως πλην σαφώς οι Θέσεις, συνιστά μέγιστη παραποίηση της αλήθειας. Η στροφή του 7ου συνεδρίου (1935), όπου υιοθετήθηκε η γραμμή του ενιαίου ή λαϊκού μετώπου, επιβλήθηκε από τις ίδιες τις ανάγκες της ταξικής πάλης. Επιβλήθηκε από τις διαρκείς ήττες του κινήματος, από την άνοδο του φασισμού, από την αποδυνάμωση της ΚΔ και τη δραματική πτώση της δύναμης των ΚΚ. Πολύ πριν το συνέδριο, αρκετά ΚΚ κάτω από την πίεση της εργατικής τάξης και της ταξικής πάλης, είχαν αρχίσει να αποτινάσουν τις λογικές του σοσιαλφασισμού, που ταύτιζε τη σοσιαλδημοκρατία και μάλιστα την αριστερή με τον φασισμό, των κόκκινων συνδικάτων, όπου για να ενταχθεί κανείς έπρεπε να αναγνωρίζει τον καθοδηγητικό ρόλο του ΚΚ, και του μετώπου «από τα κάτω», που σήμαινε ότι οι εργάτες έπρεπε να αλλαξοπιστήσουν, να καταγγείλουν τους οπορτουνιστές και να στοιχιθούν πίσω από τους κομμουνιστές.
Η πολιτική αυτή οδήγησε μόνο σε ήττες και αδιέξοδα. Τα ΚΚ ακολουθώντας την πολιτική αυτή έχασαν πάνω από τα 2/3 της οργανωμένης τους δύναμης και η επιρροής τους έπεσε κατακόρυφα στο εργατικό κίνημα.1 Για τους κομμουνιστές εκείνης της εποχής η απήχηση της πολιτικής τους στην εργατική τάξη και το κίνημά της ήταν αποφασιστικό κριτήριο για την ορθότητά της. Ισχύει το ίδιο και για την ΚΕ του ΚΚΕ σήμερα; Μάλλον όχι. Γιατί άραγε οι συντάκτες των Θέσεων ενώ με περισσή ευκολία αποδίδουν ήττες και άλλα αμαρτήματα στην πολιτική του λαϊκού μετώπου, δεν κάνουν ούτε νύξη για τα τραγικά αποτελέσματα της πολιτικής του σοσιαλφασισμού και των κόκκινων συνδικάτων;
Οι απανωτές ήττες ήταν που ανάγκασαν αρκετά ΚΚ να αναβιώσουν την τακτική του ενιαίου μετώπου, που χάρις στον Λένιν είχε επιβληθεί στο 3ο και 4ο Συνέδριο, αλλά είχε διαστρεβλωθεί και ουσιαστικά εγκαταλειφθεί από τις κατοπινές αποφάσεις και τα συνέδρια της ΚΔ. Έτσι άρχισαν να προχωρούν σε συμμαχίες με τους αριστερούς σοσιαλδημοκράτες, να συγκροτούν πλατιά μετωπικά σχήματα στο εργατικό κίνημα, δίχως να ζητούν πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων από τους εργάτες ή τους ηγέτες τους, ούτε να θέτουν ως προϋπόθεση την αποδοχή από όλους των κομμουνιστικών αρχών και του κομματικού προγράμματός τους, αλλά μόνο τα πιο άμεσα ώριμα αιτήματα των εργαζομένων. Κι όλα αυτά παρά και ενάντια στις «εντολές» από τη Μόσχα. Η διάσταση ανάμεσα στα ΚΚ και το κέντρο, μεγάλωσε τόσο, που απειλήθηκε ανοιχτή σύγκρουση. Αυτό το ενδεχόμενο κλήθηκε να αποτρέψει ο Δημητρόφ, ο οποίος το πρώτο πράγμα που έθεσε ήταν η απόρριψη της παλιάς σεχταριστικής πολιτικής, η οποία οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια στην πανωλεθρία. Το 7ο Συνέδριο ήταν ένα συνέδριο ανάγκης, σε μια εποχή που η ΚΔ είχε πάψει να κάνει συνέδρια, αφενός για να γεφυρωθεί η διάσταση Κέντρου-ΚΚ και αφετέρου για να διασφαλιστεί ο έλεγχος της Μόσχας στην ΚΔ, που είχε κλονιστεί λόγω ακριβώς αυτής της διάστασης.
Ο Στάλιν αντιμετώπιζε την ΚΔ μόνο σαν μηχανισμό για τον έλεγχο των ΚΚ και όχι σαν φορέα της παγκόσμιας επανάστασης. Αυτό φαίνεται και από την ευκολία με την οποία την αποποιούνταν κάθε φορά που το απαιτούσαν οι σχέσεις του με τους ιμπεριαλιστές. Έτσι π.χ. ο Λιτβίνοφ με εντολή του Στάλιν στέλνει τηλεγράφημα στον πρόεδρο Ρούζβελτ (16/11/1933) όπου η ΕΣΣΔ μονομερώς αναλαμβάνει την υποχρέωση να μην ενισχύσει καμιά οργάνωση που «έχει ως στόχο την ανατροπή ή την προετοιμασία για την ανατροπή, ή να επιφέρει με τη βία μια αλλαγή, της πολιτική και κοινωνικής τάξης πραγμάτων του συνόλου ή μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών, των εδαφών και των κτήσεών τους.»2 Έτσι ο Στάλιν έθετε τις ΗΠΑ εκτός εμβέλειας της ΚΔ με αντάλλαγμα την αναγνώριση της ΕΣΣΔ και τη σύναψη οικονομικών σχέσεων!
Στο βωμό της εξωτερικής πολιτικής του Στάλιν θυσιάστηκε η ΚΔ αλλεπάλληλες φορές πριν την τελική της διάλυση. Το ίδιο και η πολιτική του λαϊκού μετώπου. Ο Στάλιν προτιμά την πολιτική «εθνικής ενότητας», αντί του λαϊκού μετώπου. Στην ΕΣΣΔ η πολιτική αυτή σημαίνει την «ενότητα του κράτους» που κληροδότησαν οι τσάροι και η οποία κινδυνεύει από την πλειοψηφία των συντρόφων του, που ο Στάλιν διατάζει την ανελέητη εξόντωση, «των ίδιων και των οικογενειών τους.»3 Στη Γαλλία ο Τορέζ διατάσσεται το 1935 να προτείνει τη διεύρυνση του Λαϊκού Μετώπου σε Γαλλικό Μέτωπο με την ένταξη όχι μόνο των αστικών κομμάτων, αλλά και της εθνικιστικής δεξιάς, των κομμάτων των παλαιοπολεμιστών. Ταυτόχρονα διατάσσεται να εξασφαλίσει ότι η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου δεν θα πάρει κανένα μέτρο που θα «τρομάζει» την άρχουσα τάξη της Γαλλίας. Κυρίως να μην προβεί σε εθνικοποιήσεις τραπεζών και βασικών μέσων παραγωγής, όπως απαιτεί το μεγάλο απεργιακό κίνημα που ξεσπά αμέσως μετά την εκλογική νίκη του Λαϊκού Μετώπου. Το 1936 η επιθεώρηση του ΚΚ Ιταλίας, Λο Στάτο Οπεράιο, που εκδίδεται στη Μόσχα, μετά από άνωθεν εντολή δημοσιεύει (Αύγουστος 1936) έκκληση στους «φασίστες της παλιάς φρουράς» να εφαρμοστεί το «φασιστικό πρόγραμμα του 1919», που το «Κομμουνιστικό Κόμμα κάνει δικό του»! Την ίδια χρονιά το ΚΚ Γερμανίας διατάσσεται να τα βρει με το ναζιστικό κόμμα με σκοπό τη διασφάλιση της «εθνικής ενότητας» της Γερμανίας.
Το κύριο μέλημα του Στάλιν ήταν να αποδείξει στις ηγεσίες του ιμπεριαλισμού, τόσο στις «δημοκρατικές», όσο και τις φασιστικές, ότι δεν κινδυνεύουν από την ΕΣΣΔ και τα κόμματα, που βρίσκονται υπό τον έλεγχό της. Επομένως δεν είχαν κανένα λόγο να επιτεθούν στη Σοβιετική Ένωση. Έτσι ήξερε ο Στάλιν να παλεύει για την ειρήνη. Το 1937 κι ενώ ο ισπανικός λαός γράφει την εποποιία της δικής του επανάστασης, ο Στάλιν εξηγούσε: «Πρέπει να πούμε στον λαό και σ’ όλο τον κόσμο: ο ισπανικός λαός δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσει την προλεταριακή επανάσταση. Η εσωτερική και κυρίως η διεθνής κατάσταση δεν είναι ευνοϊκές γι’ αυτό.»4 Όποιος αρνήθηκε να το κατανοήσει και επέμεινε στην τακτική του λαϊκού μετώπου, χαρακτηρίστηκε τροτσκιστής και εξοντώθηκε. Ανάμεσά τους ο Μπέλα Κουν, ο Αντόνοφ-Οβσέγενκο και χιλιάδες άλλοι μαχητές από τις διεθνείς ταξιαρχίες και τις άλλες επαναστατικές οργανώσεις που πολεμούσαν τον Φράνκο. Ακόμη και την εποχή της ναζιστικής επίθεσης στην ΕΣΣΔ, στην Τασκένδη συνεχίζονταν οι εκτελέσεις προσφύγων από τον ισπανικό εμφύλιο.
Η έναρξη του πολέμου δίνει στον Στάλιν την ευκαιρία να ξεμπερδέψει και τυπικά με την ΚΔ. Του ήταν πλέον άχρηστη. Έτσι τον Απρίλιο του 1941 λέει στον Δημητρόφ ότι η ΚΔ δεν έχει μέλλον γιατί τα ΚΚ «πρέπει να μετατραπούν σε εθνικά Κομ. Κόμματα με ποικίλα ονόματα – Εργατικό, Μαρξιστικό, κοκ. Το όνομα δεν έχει σημασία.»5 Ο Στάλιν σχεδίαζε να κάνει πεσκέσι την ΚΔ στον Χίτλερ, αλλά τελικά την έκανε στον Τσόρτσιλ και στον Ρούζβελτ. Δεν ήταν λοιπόν η πολιτική του λαϊκού μετώπου που οδήγησε στη διάλυση της ΚΔ, αλλά η μετατροπή της σε υποχείριο του Στάλιν.
1. Πρακτικά του 7ου Συνεδρίου, Μόσχα, 1936.
2. United States Department of State, Foreign Relations of the United States . The Soviet Union, 1933-1939, Washington , D.C. , σ. 557.
3. Γκ. Δημητρόφ, Σελίδες από το απόρρητο ημερολόγιο, Αθήνα, 1999, σ. 61.
4. The Diary of Georgi Dimitrov, London , 2003, σ. 60.
5. Στο ίδιο, σ. 155.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου