Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Το δίδαγμα της Ιρλανδίας



 18/11/2010
Του Δημήτρη Καζάκη
Οικονομολόγου - Αναλυτή

Η Ιρλανδία βρίσκεται στα πρόθυρα της επίσημης πτώχευσης. Κι αυτό ανεξάρτητα από το αν λάβει «βοήθεια» ή «στήριξη» από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Αυτή τη στιγμή, ανάμεσα στα όργανα της Ε.Ε., τις ΗΠΑ, το ΔΝΤ, τον Γερμανικό άξονα στην ευρωζώνη και φυσικά τις περίφημες αγορές, παίζεται μια παρτίδα πόκερ για πολύ γερά νεύρα. Και οι βασικοί παίχτες αυτής της παρτίδας αδιαφορούν για την τύχη χωρών και λαών. Το ζητούμενο είναι ποιος και με ποιους όρους θα διαχειριστεί την χρεοκοπία των χωρών της ευρωζώνης και μ’ αυτόν τον τρόπο θα καθορίσει την τύχη του ευρώ.

Η Ιρλανδική κυβέρνηση μέχρις στιγμής εμφανίζεται να αρνείται την προσφυγή στον μηχανισμό του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το μόνο που φαίνεται να δέχεται να συζητήσει είναι η χρηματοδότηση από το Ταμείο για τις τράπεζές της, που ομολογουμένως είναι σε άθλια κατάσταση. Σύμφωνα με την Irish Independent (15/11) ο υπουργός οικονομικών της Ιρλανδίας, Μπράιαν Λένιχαν, θα υποστηρίξει στο Ecofin την ανάγκη χρηματοδότησης μόνο των τραπεζών με 50 έως 80 δις ευρώ, για την αποπληρωμή των οποίων θα είναι υπεύθυνες μόνο οι τράπεζες. Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση της Ιρλανδίας θέλει να αποφύγει την απευθείας χρηματοδότηση του Ιρλανδικού κράτους από τον Ευρωπαϊκό μηχανισμό, προκειμένου να γλυτώσει ένα μνημόνιο και μια δανειακή σύμβαση τύπου Ελλάδας.
Πίσω από αυτή τη διστακτικότητα της Ιρλανδικής κυβέρνησης βρίσκεται ο φόβος της μήπως και «ντροπιαστεί» στη διεθνή κοινότητα, όπως ισχυρίζεται η ίδια. Αυτό που πραγματικά φοβάται είναι ότι θα χάσει και αυτά τα μηδαμινά περιθώρια ελιγμών και ελευθερίας κινήσεων που είχε μέχρι σήμερα εντός του ευρώ. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η υπαγωγή της Ιρλανδίας στο Ευρωπαϊκό Ταμείο θα την μεταβάλει και επίσημα σε χώρα υπό καθεστώς κηδεμονίας σαν την Ελλάδα. Κι αυτό είναι σε θέση να πυροδοτήσει απρόσμενες αντιδράσεις από τον Ιρλανδικό λαό, ο οποίος μπορεί να έχει δεχθεί στωικά τα πάνδεινα έως σήμερα, αλλά η κυβέρνηση τρέμει το ενδεχόμενο της μετατροπής της χώρας σε επίσημο προτεκτοράτο που μπορεί να αποτελέσει την θρυαλλίδα ανεξέλεγκτων κοινωνικών αντιδράσεων.

Στην σκιά του «όχι»
Το αίμα που έχει χυθεί για την εθνική ανεξαρτησία της Ιρλανδίας, δεν έχει ξεχαστεί από τον Ιρλανδικό λαό, όπως απέδειξε και το δημοψήφισμα για την Συνθήκη της Λισαβόνας τον Ιούνιο του 2008, όπου το 54% των Ιρλανδών είπε «όχι» στην υιοθέτησή της. Το βασικό επιχείρημα που έπεισε την πλειοψηφία των Ιρλανδών να καταψηφίσουν την Ευρωσυνθήκη ήταν η απώλεια της εθνικής τους κυριαρχία. «Μην έχετε καμιά αυταπάτη, αν η Συνθήκη της Λισαβόνας επικυρωθεί, τότε, το κυρίαρχο ανεξάρτητο Ιρλανδικό έθνος θα πάψει να υπάρχει. Το όνειρο για το ‘δικαίωμα του λαού της Ιρλανδίας στην κατοχή της Ιρλανδίας και στον απρόσκοπτο έλεγχο των ιρλανδικών πεπρωμένων’ ήταν αυτό που τροφοδότησε για αιώνες τους αγώνες που διεξήγαγαν οι Θίοντορ Γουλφ Τόουν, Ρόμπερτ Έμετ, Πάτρικ Πίρς και Τζέιμς Κόνολι. Η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας που συνεπάγεται η Συνθήκη της Λισαβόνας δεν σημαίνει παρά την αποκήρυξη αυτών των αγώνων ανά τους αιώνες», έγραφε στους Irish Times (22/9/2009) ένας από τους πρωτεργάτες του «όχι» στο δημοψήφισμα της Ιρλανδίας.
Φυσικά η Συνθήκη της Λισαβόνας επιβλήθηκε παρά και ενάντια στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Άλλωστε μετά το ιρλανδικό δημοψήφισμα οι προύχοντες και οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών θεώρησαν ότι ακόμη και η τυπική προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία, αποτελεί πρόβλημα και έτσι αρνήθηκαν να ξαναγίνουν δημοψηφίσματα στις χώρες μέλη. Οι λαοί δεν πρέπει να έχουν κανένα λόγο, μόνο οι κυβερνήσεις τους, που ξέρουν πώς να εξαγοράζονται, να πιέζονται, να εκπορνεύονται και γενικά να υποτάσσονται πάντα σε συμφέροντα ανώτερα από εκείνα του απλού κόσμου. Αυτές είναι οι «δημοκρατικές» αξίες της άδολης και άσπιλης Ε.Ε. που επιβάλλει σήμερα καθεστώτα κατοχής για να προφυλάξει τις τράπεζες, τα επενδυτικά κεφάλαια και τις αγορές από τους «διεφθαρμένους» λαούς της ευρωζώνης.
Σήμερα μετά από σχεδόν δυο χρόνια άγριας και αιματηρής λιτότητας υπέρ του ευρώ και στα πλαίσια της Συνθήκης της Λισαβόνας, το «όχι» αυτό συγκεντρώνει πολύ πάνω από το 70% των Ιρλανδών. Αυτό σκέφτεται η κυβέρνηση της Ιρλανδίας και τρέμει στην ιδέα επιβολής καθεστώτος ανάλογου με αυτό της Ελλάδας.
Με συναίνεση των δυο μεγαλύτερων κομμάτων Fianna Fáil και Fine Gael εφαρμόζεται στην Ιρλανδία ήδη από τις αρχές του 2009 ένα από τα χειρότερα προγράμματα λιτότητας που έχει εφαρμοστεί στην ευρωζώνη, το οποίο εύστοχα από ορισμένους Ιρλανδούς δημοσιολόγους συγκρίνεται με την Μεγάλη Πείνα που σάρωσε την Ιρλανδία στις αρχές του 19ου αιώνα με πάνω από 1 εκατομμύριο θύματα. «Τότε, οι αποικιοκράτες αφέντες της Ιρλανδίας αναδιάρθρωσαν μαζικά την εθνική οικονομία, μετατρέποντας ουσιαστικά την Ιρλανδική εξοχή σε ένα μεγάλο βοσκοτόπι όπου ένα ζωικό κεφάλαιο για εξαγωγή μπορούσε να βοσκίσει. Τώρα, μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχουν εγκατασταθεί στην Πλατεία Μέριον [σ.σ.: εκεί βρίσκεται το κυβερνητικό μέγαρο] για να επιβλέπουν τις περικοπές στην Ιρλανδική οικονομία αξίας 15 δις ευρώ για τα επόμενα τέσσερα χρόνια… Ευφυώς, η Ιρλανδική κυβέρνηση προβλέπει ότι μια τέτοια κοινωνία, με κομμάτια από τα πόδια και τα χέρια της ακρωτηριασμένα, δεν θα χρειάζεται το ίδιο πληθυσμό. Γι’ αυτό και άφησε να εννοηθεί ότι 40.000 θα χρειαστεί να μεταναστεύσουν ώστε να διατηρηθεί το επίπεδο της ανεργίας στο σημερινό επίπεδο του 13,8%.» (Presseurop, 15/11)
Το βασικό επιχείρημα με το οποίο ο δικομματισμός «έπεισε» τον Ιρλανδικό λαό να υπομείνει μέχρι σήμερα αυτό το πρόγραμμα λιτότητας ήταν η διαφύλαξη της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας. Με την αμέριστη βοήθεια μιας από τις πιο ξεπουλημένες κεντρικές ηγεσίες συνδικάτων στην Ε.Ε., η οποία τείνει να είναι χειρότερη – αν είναι δυνατόν! – ακόμη και από την διοίκηση της δικής μας ΓΣΕΕ, οι κυβερνήσεις της Ιρλανδίας διατυμπάνιζαν ότι οι εργαζόμενοι και ο λαός της χώρας έπρεπε να ματώσει γιατί διαφορετικά θα έπαιρναν την κατάσταση στα χέρια τους το ΔΝΤ και η Κομισιόν, με αποτέλεσμα να χαθεί η εθνική κυριαρχία. Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη ομιλία της Μέρι Ορούρκ, ιστορικό ηγετικό στέλεχος του κυβερνώντος κόμματος Fianna Fáil στη Λέσχη 1916-1922 με αφορμή τους αγώνες των Ιρλανδών για την εθνική ανεξαρτησία τους: «Για μια ακόμη φορά το Fine Gael και το Fianna Fáil έχουν πολλά που τα ενώνουν. Και τα δυο έχουν πολύ κοντινές θέσεις σχετικά με το πώς μπορούμε με τον καλύτερο τρόπο να αντιμετωπίσουμε την χρηματοπιστωτική κρίση, στην οποία βρεθήκαμε. Το Fine Gael συμφωνεί με την κυβέρνηση του Fianna Fáil σχετικά με το μέγεθος και το εύρος των περικοπών που χρειάζονται. Αυτή την εβδομάδα ο Ευρωπαίος επίτροπος Όλι Ρεν τόνισε τη σημασία της πολιτικής συναίνεσης πάνω στον προϋπολογισμό. Κάθε μας κίνηση βρίσκεται υπό ενδελεχή εξέταση από τις διεθνείς αγορές χρήματος, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ… Για μια ακόμη φορά η εθνική μας κυριαρχία βρίσκεται σε κίνδυνο, αν δεν αντιμετωπίσουμε εμείς οι ίδιοι τα δικά μας οικονομικά και δημοσιονομικά προβλήματα, οι εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ θα έρθουν να το κάνουν για μας.» (Irish Times, 13/11)

Αναμενόμενη η κατάρρευση του «κέλτικου τίγρη»
Στην Ιρλανδία χρησιμοποιείται το επιχείρημα της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας για να μην τεθεί η χώρα υπό το καθεστώς κηδεμονίας της τρόικας, ενώ στην Ελλάδα χρησιμοποιείται το ίδιο επιχείρημα από τους κυβερνώντες για να υποστεί η χώρα και ο λαός της το καθεστώς αυτό. Είναι μια διαφορά που λέει πολλά για τη σημερινή κυβέρνηση του κ. Παπανδρέου, αλλά και για όλους όσους έχουν ταχθεί υπέρ του μνημονίου.
Ωστόσο, η κατάρρευση της οικονομίας της Ιρλανδίας ήταν κάτι περισσότερο από αναμενόμενο. Κι αυτό γιατί στηρίχθηκε στη λογική της προσέλκυσης κεφαλαίων από το εξωτερικό, πάνω στην οποία στήριξε ολόκληρη την ανάπτυξή της, σε βάρος των εσωτερικών αναγκών της οικονομίας και της κοινωνίας της. Οικονομίες σαν κι αυτήν δεν είναι παρά διάττοντες αστέρες στο παγκόσμιο στερέωμα των αγορών. Ανατέλλουν και δύουν το ίδιο απότομα στην πρώτη ιδιοτροπία, ή σύσπαση της διεθνούς αγοράς κεφαλαίων. Την δεκαετία πριν την παγκόσμια κρίση η Ιρλανδία ήταν το «οικονομικό θαύμα» που χαρακτηρίστηκε Κέλτικη Τίγρης. Οι ρυθμοί ανόδου και οι πολιτικές της Ιρλανδίας αποτελούσαν παράδειγμα για όλους. Η χώρα προκειμένου να προσελκύσει ξένες επενδύσεις μείωσε του συντελεστές φορολογίας των πολυεθνικών γύρω στο 12%, ενώ παραχώρησε φορολογική ασυλία στα επαναπατριζόμενα κέρδη και στα αποθεματικά που υποτίθεται ότι προορίζονται για επιχειρηματική έρευνα και ανάπτυξη. Ταυτόχρονα ελαστικοποίησε και απελευθέρωσε πλήρως τις εργασιακές σχέσεις, καθήλωσε τους μισθούς και τροφοδότησε αφειδώς μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και των τραπεζών της με φθηνό χρήμα τις πολυεθνικές που ήθελαν να φτιάξουν εργοστάσια στην Ιρλανδία.

Καταστροφική «εξωστρέφεια»
Το αποτέλεσμα ήταν όντως να προσελκύσει τις περισσότερες ξένες επενδύσεις, κυρίως από τις ΗΠΑ, σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα της ευρωζώνης. Υπήρξε ο αγαπημένος προορισμός κυρίως των αμερικάνικων πολυεθνικών για φορολογική ασυλία. Όλα αυτά βέβαια είχαν το τίμημά τους. Η μαζική ανεργία ποτέ δεν τιθασεύτηκε, η φτώχεια έφτασε σε πρωτοφανή επίπεδα, ενώ ο εξαγωγικός προσανατολισμός της οικονομίας στη βάση των ξένων επενδύσεων, αποδυνάμωσε εντελώς την εσωτερική αγορά και ζήτηση της οικονομίας. Ταυτόχρονα ενθαρρύνθηκε η τραπεζική κερδοσκοπία, προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι πολυεθνικές και να αντληθούν κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές. Έτσι η Ιρλανδία έφτασε στο σημείο στις παραμονές της παγκόσμιας κρίσης να έχει τράπεζες με χρέος 10 φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της χώρας.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράδοξο το γεγονός ότι η Ιρλανδία ήταν η πρώτη χώρα της ευρωζώνης που πλήγηκε καίρια από την παγκόσμια κρίση. Οι πολυεθνικές απέσυραν τα κεφάλαιά τους και ανέστειλαν τη λειτουργία τους, αφήνοντας πίσω τους ερείπια και μια οικονομία χωρίς την απαιτούμενη εσωτερική παραγωγική βάση για να αντιδράσει στην κρίση. Οι τράπεζες της Ιρλανδίας βρέθηκαν επίσης σε πλήρη αδυναμία να χρηματοδοτηθούν από τις παγκόσμιες αγορές κεφαλαίου και έτσι ανέλαβε το κράτος να τις χρηματοδοτεί εκδίδοντας συνεχώς νέα ομόλογα και αυξάνοντας το δημόσιο χρέος του. Τέλος η ανάγκη υποστήριξης του ευρώ καταδίκασαν την Ιρλανδία σε μια διαρκή λιτότητα και δραστικές περικοπές, προκειμένου να πεισθούν οι αγορές ότι το ευρώ παραμένει «ισχυρό» και έτσι να συνεχίσουν να αποδέχονται κρατικά, τραπεζικά και επιχειρηματικά ομολόγα της ευρωζώνης. Αυτά είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της χρεοκοπίας της Ιρλανδίας, η οποία απειλεί σήμερα να μετεξελιχθεί σε επίσημη πτώχευση.

Από κοντά και η Ισπανία
Θα αποφύγει η Ιρλανδία την επίσημη πτώχευση; Ανεξάρτητα από το αν υπαχθεί σε καθεστώς επιτήρησης και κηδεμονίας από την τρόικα, η πτώχευση είναι αναπόφευκτη. Είναι απλά θέμα χρόνου. Όχι μόνο για την Ιρλανδία, αλλά και για την Πορτογαλία, όπως φυσικά και για την Ελλάδα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση του Bloomberg (8/11) στους στρατηγικούς αναλυτές της παγκόσμιας αγοράς, η συντριπτική πλειοψηφία θεωρεί ότι μέσα στους επόμενους 12 με 18 μήνες θα αναγκαστεί σε πτώχευση η Ιρλανδία αμέσως μετά από την Ελλάδα, ενώ η Πορτογαλία θα βρεθεί στην ίδια θέση. Από κοντά ακολουθεί η Ισπανία, η οποία προς το παρόν επιβιώνει όχι μόνο λόγω της στήριξης των τραπεζών της από την ΕΚΤ, αλλά και από την μετάθεση μέρους του χρέους της στις εσωτερικές της περιφέρειες. Έτσι πτώχευσε η Καταλωνία και απειλούνται με πτώχευση οι άλλες περιφέρειες, προκειμένου να αποφύγει την πτώχευση η κεντρική κυβέρνηση της Ισπανίας. Ως πότε; Την ίδια τύχη προβλέπουν οι παράγοντες της αγοράς και για την Ιταλία, ενώ πρόσφατα αξιολόγησαν τις προοπτικές της Γαλλίας σε χειρότερο επίπεδο από εκείνο της Χιλής και της Βραζιλίας, που έχουν υποστεί την τελευταία δεκαετία τουλάχιστον από δυο αναδιαρθρώσεις χρέους (Bloomberg, 14/11).
Όλα αυτά δεν οφείλονται στα εσωτερικά δημοσιονομικά προβλήματα κάθε χώρας, τα οποία είναι παράγωγα της κρίσης, αλλά στην τρομακτική εξάρτησή τους από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κεντρικός τραπεζίτης της Ιρλανδίας φέρεται να είπε πρόσφατα ότι «αν και μπορεί να μην μας αρέσει, πρέπει να ανταποκρινόμαστε άμεσα σε κάθε τι που οι δανειστές αναμένουν και να τους πείθουμε ότι μπορούμε να δημιουργήσομε μια κατάσταση όπου το χρέος δεν βρίσκεται εκτός ελέγχου.» (Irish Times, 12/11) Όσο κυριαρχεί αυτή η λογική δεν μπορεί να υπάρξει σωτηρία. Οι χώρες θα βυθίζονται μέσα στη χρεοκοπία τους έως ότου η επίσημη πτώχευση (ελεγχόμενη ή ανεξέλεγκτη) θα γίνει αναπόφευκτη.

Ο χρόνος μετρά αντίστροφα
Γιατί όμως οι χώρες της ευρωζώνης βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της χρεοκοπίας; Τον λόγο τον εξηγεί αρκετά καλά ο γνωστός αναλυτής Μάρσαλ Άουερμπακ: «Ολόκληρο το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης είναι χάλια. Όλα τα μέλη της ευρωζώνης είναι παγιδευμένα μέσα σ’ αυτό το νομισματικό τερατούργημα, συμπεριλαμβανομένης και της Γερμανίας. Η Γερμανία μπορεί να κατοικεί στην σουίτα του ρετιρέ, αλλά αυτή βρίσκεται σ’ ένα άθλιο και ετοιμόρροπο μοτέλ.» (Naked Capitalism, 8/11)
Στο ίδιο πνεύμα κι ένας από τους πιο γνωστούς οικονομικούς σχολιαστές του Bloomberg, ο Μάθιου Λιν, έγραφε πρόσφατα: «Ποιος έχει σειρά; Πρώτα η Ελλάδα βάρεσε κανόνι. Τώρα η Ιρλανδία είναι στα πρόθυρα μιας διάσωσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Όταν αυτό θα συμβεί, θα ακούσουμε πολλά καθησυχαστικά λόγια για το πώς η μόλυνση σταμάτησε, για το πώς η ευρωζώνη έχει τεθεί σε πιο στέρεη βάση και το κοινό νόμισμα σώθηκε. Θα υπάρξει πολύ μεγάλη ρητορική για την σπουδαιότητα του Ευρωπαϊκού σχεδίου. Αυστηρές καταδίκες των κερδοσκόπων θα ακουστούν σε ολόκληρη την ήπειρο. Μην πιστέψετε ούτε λέξη. Το ευρώ έχει μετατραπεί σε μηχανή χρεοκοπίας. Μόλις οι αγορές τελειώσουν με την Ιρλανδία, θα γυρίσουν απλά την προσοχή τους στην Πορτογαλία και στην Ισπανία και κατόπιν στην Ιταλία και στην Γαλλία. Υπάρχει μια διαδικασία ντόμινο σε λειτουργία και μετά από κάθε διάσωση, τα ρήγματα στο εσωτερικό του ευρώ όλο και διευρύνονται» (Bloomberg, 16/11)

Συνεργοί στην πτώχευση
H «διάσωση» της Ιρλανδίας – όπως κι αν γίνει, όποια μορφή κι αν πάρει – θέτει εκ των πραγμάτων θέμα άμεσης πτώχευσης της Ελλάδας, αλλά και των άλλων χρεοκοπημένων χωρών της ευρωζώνης. Το Γερμανογαλλικά σχέδια για τροποποίηση της ευρωσυνθήκης για να επιτρέπεται η «ελεγχόμενη πτώχευση» αυτών των χωρών, είναι ακόμη στα χαρτιά. Την ίδια ώρα οι αγορές κεφαλαίων έχουν αφηνιάσει, μιας και οι προοπτικές ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας είναι εξίσου πλασματικές όσο και τα χαρτοφυλάκια αξιών με βάση τα οποία επιδιώκουν κέρδη. Ο χρόνος μετρά αντίστροφα. Γι’ αυτό και όποιος δεν τοποθετείται απέναντι στο ενδεχόμενο της άμεσης πτώχευσης, όποιος δεν μιλά ανοιχτά και ξεκάθαρα για την ανάγκη να απαλλαγεί η χώρα από το καθεστώς χρεοκοπίας, από το τοκογλυφικό χρέος και το δόκανο του ευρώ, ώστε να γλυτώσει τα πολύ χειρότερα, τότε γίνεται εκ των πραγμάτων συνεργός. Όσες δικαιολογίες κι αν εφευρίσκει, όσες εθνικές, πατριωτικές και ταξικές φανφάρες κι αν παιανίζει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου