Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

Τι πρέπει να γίνει με την Ολυμπιακή




Δημήτρης Καζάκης

Πριν η Ολυμπιακή Αεροπορία γίνει κρατική, ήταν ιδιωτική εταιρεία στα χέρια του Αριστοτέλη Ωνάση και λειτουργούσε στα πλαίσια ενός καθεστώτος ασυδοσίας, πλήρους φοροαπαλλαγής,  άφθονων επιδοτήσεων και κρατικών παροχών, που μετέτρεψαν την ιδιωτική Ο.Α. σε δυσβάσταχτο βάρος για τον κρατικό προϋπολογισμό. Ο Α. Ωνάσης χρησιμοποιούσε την Ο.Α. ως «επιχειρηματική βιτρίνα», για να ξεπλένει χρήμα, να κερδοσκοπεί με υπερτιμολογήσεις και υποτιμολογήσεις, να μεταφέρει κόστη από τις άλλες επιχειρήσεις του στην Ο.Α., έχοντας εξασφαλίσει τη συμφωνία των ελληνικών κυβερνήσεων ότι τις μαύρες τρύπες της ιδιωτικής κατά τ’ άλλα Ο.Α. θα τις καλύπτει ο κρατικός προϋπολογισμός. Τα χρόνια αυτά η ραγδαία ανάπτυξη της Ο.Α. οφείλεται πρωτίστως στη σκανδαλώδη κρατική στήριξη και ταυτόχρονα στις ιδιότυπες συνθήκες της αγοράς των αερομεταφορών εκείνης της εποχής.

Όταν ο ανταγωνισμός εντάθηκε, όταν τα εμφανή και αφανή χρέη της εταιρείας άρχισαν να καλπάζουν, όταν η κερδοσκοπική λεηλασία της Ολυμπιακής από τον Ωνάση έφτασε στα όριά της, τότε ανέλαβε το ελληνικό δημόσιο να την κρατικοποιήσει, χαρίζοντας στον Ωνάση το σύνολο των παροχών, επιδοτήσεων, χρηματοδοτήσεων και διευκολύνσεων. Η ιδιωτική Ολυμπιακή στοίχιζε στο ελληνικό κράτος δεκάδες φορές περισσότερο απ’ ό,τι η σημερινή, υποτίθεται «χρεωκοπημένη» κρατική Ολυμπιακή.
Σήμερα στην ουσία προτείνεται ως «λύση» για τα προβλήματα της Ολυμπιακής η επιστροφή στο παλιό μοντέλο ιδιωτικής επιχειρηματικής διαχείρισης. Και αυτό ονομάζεται εκσυγχρονισμός και πρόοδος. Οι επίδοξοι μνηστήρες της κρατικής Ολυμπιακής είναι  από τη μια επενδυτικές εταιρείες χαρτοφυλακίου που ειδικεύονται στο ξέπλυμα χρήματος στη διεθνή αγορά και στην κερδοσκοπική ρευστοποίηση «προβληματικών επιχειρήσεων» και από την άλλη η Aegean Airlines, μια άκρως προβληματική εταιρεία χαμηλού κόστους, που η υπερχρέωσή της υπερβαίνει κατά πολύ τα χρέη της Ολυμπιακής.
Η κρατική Ολυμπιακή, όπως και οι ΔΕΚΟ, οικοδομήθηκε από τις κυβερνήσεις κατ’ εικόνα και ομοίωση με τον ιδιωτικό τομέα και κυριαρχούσαν σ’ αυτή η κερδοσκοπία των «ημετέρων» και η εξυπηρέτηση συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων, ιδιαίτερα του πολυεθνικού κεφαλαίου. Η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση μεταχειρίστηκε την Ολυμπιακή με τον κλασικό τρόπο που αντιμετωπίζει το αφεντικό την ιδιωτική εταιρεία του, δηλαδή σαν προσωπικό φέουδο. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι κατά καιρούς αγορές αεροσκαφών δεν έγιναν ποτέ με βάση επιχειρησιακές ανάγκες της εταιρείας και την εμπορική εκμετάλλευσή τους, αλλά τα κριτήρια υπαγορεύονταν πρωτίστως από αδιαφανείς επιδιώξεις και κερδοσκοπικά συμφέροντα. Η Ολυμπιακή, όπως και άλλες ΔΕΚΟ, εξαναγκάστηκε από τις κυβερνήσεις να ανοιχθεί στη διεθνή χρηματαγορά και να δανειστεί με επονείδιστους όρους, προκειμένου να καλυφθούν οι μαύρες τρύπες του κρατικού προϋπολογισμού, τις οποίες δημιουργούσαν οι επιδοτήσεις, οι παροχές και τα θαλασσοδάνεια προς το ιδιωτικό κεφάλαιο.
Την εποχή της «απελευθέρωσης των ουρανών» η κρατική Ολυμπιακή διέθετε τρία σημαντικά «συγκριτικά πλεονεκτήματα» απέναντι στον ανταγωνισμό: Οικονομική επιφάνεια, πιστό επιβατικό κοινό που δεν διαθέτει άλλη εταιρεία στον κόσμο, άρτια τεχνική στήριξη που την καθιστούσε και την καθιστά μια από τις πιο ασφαλείς εταιρείες στον κόσμο. Για να περάσει το μερίδιο της αγοράς που αντιστοιχεί στην Ολυμπιακή στις μονοπωλιακές επιχειρήσεις του κλάδου (βλ. British Airways, Lufthansa, KLM), έπρεπε η Ολυμπιακή να εξαναγαστεί σε πτώχευση. Εδώ καθοριστικό ρόλο έπαιξαν η ΕΕ και η συμπαιγνία των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ προς όφελος ιδίων και ξένων συμφερόντων. 
Η χώρα πρέπει να έχει δημόσιο εθνικό αερομεταφορέα. Χάρη στην ύπαρξη της Ολυμπιακής συντηρούνται σήμερα (όσο είναι δυνατό υπό τις σημερινές συνθήκες) τα περισσότερα αεροδρόμια της χώρας. Είναι γνωστό ότι από τα 44 αεροδρόμια της Ελλάδας μόνο τα 5-6 είναι επικερδείς προορισμοί. Έτσι εξηγείται άλλωστε γιατί κανείς ανταγωνιστής δεν ενδιαφέρεται να καλύψει τους περισσότερους από αυτούς τους προορισμούς  και ειδικά των ακριτικών νησιών.
Ο ελληνικός λαός έχει ανάγκη από ασφαλείς και φθηνές αερομεταφορές, που να εξυπηρετούν το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας, χωρίς να υποτάσσονται στις λογικές μεγιστοποίησης του κέρδους ή ελαχιστοποίησης του κόστους προς όφελος της κερδοσκοπίας. Η ιδιωτικοποίηση της κρατικής Ολυμπιακής κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες θα παραγάγει μια μίζερη ιδιωτική εταιρεία χαμηλού κόστους με σκοπό το κέρδος από την εκμετάλλευση των πιο επικερδών προορισμών, την κερδοσκοπία με κρατικές ενισχύσεις και επιδοτήσεις, το ακριβό εισιτήριο και την αμφίβολη ασφάλεια.
Ο δημόσιος εθνικός αερομεταφορέας μπορεί να σταθεί στα πόδια του, αν αποτελέσει καθετοποιημένη επιχείρηση ολοκληρωμένων υπηρεσιών αερομεταφοράς, που σημαίνει τεχνική βάση, handling, μεταφορές, cargo.
Απαιτείται καθεστώς πλήρους διαφάνειας, κατάργησης στεγανών και απορρήτων, επανεξέταση από μηδενική βάση όλων των επιχειρηματικών δεσμεύσεων, δανείων, συμβάσεων.
Απαιτείται δημόσιος κοινωνικός και εργατικός έλεγχος. Αυτό σημαίνει ότι η κρατική Ολυμπιακή δεν είναι ξέφραγο φέουδο της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά υπάγεται στον απευθείας έλεγχο του κοινοβουλίου, ότι αναβαθμίζονται ο ρόλος και η σημασία των εργαζομένων στην επιχείρηση με την επιβολή εργατικού ελέγχου σε όλα τα επίπεδά της.
Η εξυγίανση της κρατικής Ολυμπιακής Αεροπορίας περνά μέσα από την αποφασιστική ρήξη με τα μεγάλα συμφέροντα που λυμαίνονται τις αερομεταφορές, την απεξάρτησή της από τα κυκλώματα τα οποία κερδοσκοπούν με τις προμήθειες και τις υπηρεσίες της. Απαιτείται προνομιακή μεταχείριση της κρατικής Ολυμπιακής από την ΥΠΑ και το κράτος, ιδίως μέσα από την εθνικοποίηση όλων των υποδομών των αερομεταφορών στη χώρα μας., ώστε να αξιοποιηθεί η τεχνική βάση της Ολυμπιακής και να μειωθεί το τεράστιο σήμερα κόστος της χρησιμοποίησης του αεροδρομίου των Σπάτων.
Η εξυγίανση και ανάπτυξη της κρατικής Ολυμπιακής είναι αδιανόητη χωρίς αναβάθμιση του ρόλου των εργαζομένων, τη διασφάλιση της εργασιακής ασφάλειας και μονιμότητάς τους, την κατάργηση του καθεστώτος ομηρείας, των συμβάσεων ορισμένου χρόνου, της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων και των ωραρίων, της υπεραπασχόλησης και της υποαπασχόλησης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου