Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Επιστολή προς την συμβουλευτική επιτροπή του Μίκη Θεοδωράκη στις 25/2 σχετικά με το οργανωτικό

Αγαπητοί φίλοι και συναγωνιστές

Έχει δημιουργηθεί σοβαρό θέμα σχετικά με την απαίτηση να εγγράφονται και να αναρτώνται δημόσια τα προσωπικά στοιχεία των μελών κάθε Σπίθας. Αυτό είναι πέρα και πάνω από κάθε έννοια δημοκρατικής λειτουργίας. Το γεγονός ότι κάποιος γίνεται μέλος μιας πολιτικής οργάνωσης δεν σημαίνει ότι εξουσιοδοτεί τον οιονδήποτε, όργανο ή πρόσωπο, να κοινοποιεί ή να δημοσιεύει τα προσωπικά στοιχεία του καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Ειδικά σήμερα που ζούμε σε πονηρούς καιρούς και έχουμε ένα κράτος, που κατά παράβαση βασικών συνταγματικών και δημοκρατικών αρχών ζητά από τα κόμματα καταστάσεις μελών με πρόφαση τον έλεγχο των οικονομικών τους. Τα κόμματα και γενικά οι πολιτικές οργανώσεις είναι ελεύθερες ενώσεις πολιτών που βασίζονται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, σε κοινούς στόχους και δράσεις. Και επομένως κανένας δεν έχει το δικαίωμα να διαχειρίζεται την εμπιστοσύνη των μελών της οργάνωσης κατά το δοκούν.
Επειδή η Σπίθα, κατά διακήρυξή της, βασίζεται στην άμεση δημοκρατία και στην αυτοοργάνωση, θα πρέπει να είναι ακόμη περισσότερο προσεκτική στα ζητήματα αυτά. Από τη στιγμή που θεωρούμε, αν όντως θεωρούμε, ότι βασικός πυρήνας της όλης οργάνωσης είναι η κάθε Σπίθα, τότε θα πρέπει να έχουμε το κουράγιο να εμπιστευθούμε τους ανθρώπους που την συγκροτούν. Αυτό σημαίνει ότι υπεύθυνες για να κρατούν καταστάσεις μελών είναι αποκλειστικά οι κατά τόπους Σπίθες. Κατά τη γνώμη μου δεν είναι αναγκαίο, σ’ αυτήν τουλάχιστον τη φάση, να ανακοινώνουν ή να παραδίδουν τις καταστάσεις αυτές σε κανέναν, συμπεριλαμβανομένης και της οργανωτικής επιτροπής. Η οργανωτική επιτροπή αυτό που χρειάζεται να ξέρει είναι πόσες Σπίθες υπάρχουν, πόσοι τις αποτελούν σε τακτική βάση και ποιοι είναι εκείνοι που έχουν επιλεγεί από τις ίδιες τις Σπίθες ως σύνδεσμοι με τα κεντρικά όργανα. Τίποτε περισσότερο. Κάθε νέα Σπίθα που θα συγκροτείται θα ανακοινώνεται στην οργανωτική επιτροπή, αλλιώς δεν θα αναγνωρίζεται, και θα περιλαμβάνεται στην οργανωτική κατάσταση της κεντρικής Σπίθας, μαζί με τον επιλεγμένο σύνδεσμό της με τα κεντρικά όργανα.
Ο μόνος τρόπος για να κατοχυρωθεί η τακτική προσέλευση των μελών κάθε Σπίθας είναι η τακτική μηνιαία συνδρομή σύμφωνα με τις δυνατότητες κάθε μέλους. Η κάθε Σπίθα ορίζει ταμία ή οικονομικό υπεύθυνο που αναλαμβάνει τον συγκεκριμένο άχαρο, αλλά εξαιρετικά αναγκαίο, ρόλο να τακτοποιεί σε μηνιαία βάση τα οικονομικά της. Ένα 20% των μηνιαίων εσόδων κάθε Σπίθας μπορεί να διατίθεται στα κεντρικά όργανα, ενώ τα υπόλοιπα μένουν σ’ αυτήν για να χρηματοδοτεί τις δράσεις της. Η συνδρομή αποτελεί το ασφαλέστερο κριτήριο της οργανωτικής ανάπτυξης και όχι οποιοδήποτε άλλο διοικητικό μέτρο από τα πάνω.
Κατά τη γνώμη μου σ’ αυτή τη φάση δεν χρειάζεται, ούτε είναι συνετή η κατάρτιση κεντρικών καταστάσεων μελών των Σπιθών, διότι είναι απολύτως λογικό να προκαλέσει κρίση εμπιστοσύνης ανάμεσα στα μέλη και τα κεντρικά όργανα. Τα μόνα όργανα που μπορούν και έχουν κάθε δικαίωμα να κρατούν κεντρικές καταστάσεις μελών είναι μόνο τα εκλεγμένα κεντρικά όργανα μιας οργάνωσης. Κι αυτό οφείλουν να το κάνουν με τη μέγιστη προσοχή και την πιο αυστηρή περιφρούρηση.
Τέλος, έως ότου υπάρξουν κεντρικά όργανα που θα έχουν εκλεγεί απ’ απευθείας από τις Σπίθες συγκροτημένες σε Πανελλαδικό Σώμα, πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο ότι κυρίαρχο όργανο είναι η Γενική Συνέλευση κάθε Σπίθας. Η οργανωτική επιτροπή, αλλά και η προσωρινή συμβουλευτική επιτροπή, μπορούν να δίνουν κατευθύνσεις, ιδεολογικές, πολιτικές, οργανωτικές, αλλά δεν μπορούν να ασκούν καθοδήγηση, ούτε να αποστέλλουν ντιρεκτίβες και εντολές. Το μόνο κυρίαρχο όργανο που μπορεί να το κάνει αυτό σε μια δημοκρατικά συγκροτημένη οργάνωση είναι το ετήσιο συνέδριό της, που θα εκλέγει και τα όργανά της. Εφόσον κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό προς το παρόν, τότε οφείλουμε να διαφυλάξουμε το αυτοκέφαλο της κάθε Σπίθας στη δράση της και το δικαίωμά της να συντονίζει πρωτοβουλίες και κινήσεις με άλλες Σπίθες χωρίς να περιμένει την οποιαδήποτε έγκριση άνωθεν. Κι αυτό οφείλουμε να το διασφαλίσουμε με κάθε τρόπο, διαφορετικά θα δούμε να «ξεφουσκώνει» η λαϊκή απήχηση της Σπίθας.

25/2/2011
Δημήτρης Καζάκης

1 σχόλιο:

  1. most books published in the last 25 years have been assigned a unique 10 digit number called an International Standard Book Number of ISBN. the first nine digits of this number are split into three groups - the first group representing the country or group of countries in which the book originates, the second identifying the publisher, and the third assigned to the book title itself. the tenth and final digit, called a check digit, is computed from the first nine digits and is used to ensure that an electronic transmission of the ISBN, say over the internet, occurs without error.
    to explain how this is done, regard the first nine digits of the ISBN as a vector b in R^9, and let a be the vector a = (1,2,3,4,5,6,7,8,9). then the check digit c is computed using the following procedure:
    1. form the dot product ab
    2. divide ab by 11, thereby producing a remainder c that is an integer between 0 and 10, inclusive. the check digit is taken to be c, with the proviso that c=10 is written as X to avoid double digits.
    for example, the ISBN of the brief edition of Calculus, sixth edition, by Howard Anton is 0-471-15307-9, which has a check digit of 9. this is consistent with the first nine digits of ISBN, since: ab = 152. dividing 152 by 11 produces a quotient of 13 and a remainder of 9, so the check digit is c=9.

    ΑπάντησηΔιαγραφή