Πρόσφατα ένας φίλος ρώτησε: «Επειδή και πρόσφατα άκουσα από συνταγματολόγο ότι ένα 60% αποχή δεν επιτρέπει το σχηματισμό κυβέρνησης, πείτε μου σας παρακαλώ αν αυτό ισχύει…»
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανοησία
από δαύτην. Το ιδανικό για το υφιστάμενο καθεστώς είναι να ψηφίζει μόνο το 30%
του εκλογικού σώματος, που οι μετρήσεις τους δείχνουν ότι βρέξει-χιονίσει,
ανεξάρτητα παθημάτων και καταστροφών, πάσχουν από τέτοια κομματική
ιδρυματοποίηση που δεν μπορούν ούτε καν να διανοηθούν ότι πρέπει να σκεφτούν
εκτός του άνωθεν κι έξωθεν επιβεβλημένου πλαισίου. Ενώ το υπόλοιπο 70% οφείλει
να οδηγηθεί στην αποχή και την πολιτική αδιαφορία.
Άλλωστε, έτσι δεν λειτουργούν
οι περισσότερες από τις περιλάλητες δήθεν δημοκρατίες του «ελεύθερου κόσμου»;
Μ’ ένα ποσοστό που συχνά δεν ξεπερνά το 40% του εκλογικού σώματος, ψηφίζονται
συμπολιτεύσεις και αντιπολιτεύσεις. Όλες, τις πλείστες φορές, απόλυτα
ελεγχόμενες και εξαγορασμένες. Χάρις στην πολιτική αδιαφορία που επιτρέπει
στους επαγγελματίες της κομματικής ίντριγκας και αργομισθίας να ελέγχουν
κόμματα και ψηφοφορίες.
Μόνο έτσι η «η δημοκρατία
γίνεται ο παράδεισος που ονειρεύονται οι πιο αδίστακτοι κεφαλαιούχοι», όπως
έγραφε ο Ζορζ Σορέλ.[2] Πρώτα και κύρια χάρις στην πολιτική αποχή και την αδιαφορία.
Επομένως, από τότε που ο άνθρωπος υποβαθμίστηκε σε άτομο, σε ιδιώτη – που καθόλου τυχαία στην αρχαιότητα ισοδυναμούσε με τον ηλίθιο – υπήρχαν πάντα κάθε λογής επιτήδειοι και παλιάνθρωποι που εμφανίζονταν ως προφεσόροι της πολιτικής αποχής και αδιαφορίας. Και πάντα οι πιο ιδιώτες – με την αρχαιοελληνική έννοια της λέξης – έπεφταν στην παγίδα.
Η πιο αθώα εκδοχή της πολιτικής
αποχής είναι εκείνων που δεν βρίσκουν τι να ψηφίσουν, ενώ ψάχνουν. Όμως
γνωρίζουν ότι η πολιτική αποχή δεν είναι πράξη αδιαφορίας, αλλά πράξη
απελπισίας και αδιεξόδου. Κάθε άλλο παρά πράξη αντίστασης, αμφισβήτησης, ή
διαμαρτυρίας.
Υπάρχει και η αποχή που
προφασίζεται ότι δήθεν δεν συμβιβάζεται με το κατεστημένο γι’ αυτό και δεν
συμμετέχει. Δεν υπάρχει τίποτε πιο πρόστυχο, τίποτε πιο επιτήδειο, τίποτε πιο
ανόητο. Δεν είναι τυχαίο ότι συνιστά τη σχεδόν μόνιμη επωδό πολλών γνωστών
τηλεπερσόνων και δημοσιολογούντων του μιντιακού λάιφ στάιλ.
Δεν είναι τυχαίο ότι λανσάρεται
από παντού ως μόδα της «κοινωνίας του θεάματος», ή ορθότερα της επίσημης
κοινωνίας του φαίνεσθαι. Ενώ η συνειδητή στράτευση σε ιδέες, οράματα, αιτήματα
και πολιτικές που ανατρέπουν στην πράξη όλα τα δεδομένα, όλα όσα φαντάζουν
αδύνατα, δεν είναι παρά ενασχόληση για λίγους περίεργους και γραφικούς. Αυτό
μας διδάσκουν από τα γεννοφάσκια μας.
Όμως όποιος διαθέτει στοιχειώδη
ευφυία δεν μπορεί παρά να απαντά σ' όλα αυτά με τον ίδιο προκλητικό τρόπο που
απαντούσε ο Μπέρναρντ Σο: «Ο λογικός άνθρωπος προσαρμόζεται στον κόσμο: ο
παράλογος επιμένει στην προσπάθεια να προσαρμόσει τον κόσμο στον εαυτό του.
Επομένως, όλη η πρόοδος εξαρτάται από τον παράλογο άνθρωπο. Ο άντρας που ακούει
τη Λογική χάνεται: Η λογική υποδουλώνει όλους όσοι το μυαλό τους δεν είναι
αρκετά δυνατό για να την κυριαρχήσουν.»[3]
Ή όπως απαντούσε ένας από τους
πιο σημαντικούς μελετητές του Δον Κιχώτη, ο Ισπανός Miguel de Unamuno: «Είναι
παράλογο, λέτε; Και ποιος ξέρει τι είναι παράλογο; Ακόμα κι αν ήταν! Μόνο ο
άνθρωπος που επιχειρεί το παράλογο είναι ικανός να νικήσει το αδύνατο. Δεν
υπάρχει τρόπος να χτυπήσεις το καρφί στο κεφάλι παρά μόνο αν χτυπήσεις το
πέταλο εκατό φορές. Πάνω απ 'όλα, υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να θριαμβεύσετε
πραγματικά: να ξεπεράσετε τη γελοιοποίηση [από τους άλλους].»[4]
Στο κάτω-κάτω της γραφής «δεν
μπορεί να γίνει τίποτε,» κατά το ρεφρέν της πασίγνωστης πια μπαλάντας του
ηλίθιου. Μιας και ο μαλθακός στο νου, δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι άλλο είναι
το δύσκολο κι άλλο το αδύνατο. Όπως ο εκ πεποιθήσεως άεργος τεμπέλης, έτσι κι ο
θιασώτης του «τίποτε δεν γίνεται» εκλαμβάνει το δύσκολο ως αδύνατο.
Έστω κι αν όπως το έθετε ο Σερ
Ουίλιαμ Σκοτ τα πράγματα είναι αλλιώς: «Δύσκολο, εννοείς Τζόρντι, όχι αδύνατο.
Κάτι είναι αδύνατο, είτε γιατί εκ φύσεως δεν γίνεται, exempli gratia
[παραδείγματος χάριν] να κάνεις το δύο, τρία. Είτε για λόγους ηθικής, ώστε να
γίνει η αλήθεια, ψέμα. Όμως, αυτό που είναι μόνο δύσκολο, τότε μπορεί να
συμβεί, με τη βοήθεια της σοφίας και της υπομονής.»[5]
[1] Μ. Bakunin: «Zum Programm
der Demokratie», Die Zukunft, Nr. 230, 19. Juni 1868.
[2] Georges Sorel: Reflections on
Violence. Cambridge: Cambridge University Press, 1999, 222.
[3] Bertrand Shaw, Man and
Superman with the Revolutionist’s Handbook and Maxims for Revolutionists.
London: Constable & Company, Ltd., 1929, 238.
[4] Selected Works of Miguel de
Unamuno. Volume 3. Our Lord Don Quixote. The Life of Don Quixote and Sancho
with Related Essays. Princeton: Princeton University Press, 1967, 146.
[5] Sir Walter Scott: The
fortunes of Nigel. London: T. Nelson & Sons, Ltd., 1913, 484.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου