Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2020

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κήρυξε τον πόλεμο στους νησιώτες για τα συμφέρον του Ερντογάν και της Μέρκελ.

"Έτσι μίλησε o Κακούργος, και με την αναγκαιότητα, την επίκληση του Τυράννου, δικαιολόγησε τις διαβολικές πράξεις του."(1)
Με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνο προχωρά σ’ ένα ακόμη πραξικόπημα από εκείνα που μας έχουν συνηθίσει οι κυβερνήσεις της μνημονιακής κατοχής, αλλά επί της ουσίας κηρύττει τον πόλεμο στο λαό των ακριτικών νησιών. Η Πράξη αυτή, η οποία στο Σύνταγμα προβλέπεται με βάση το άρθρο 44.1 μόνο «σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης…», δίνει δικτατορικές εξουσίες στην εκτελεστική εξουσία σε βάρος του κοινοβουλίου και του λαού.
Αποτελεί κατ’ ουσία επιβίωση των παλιών αναγκαστικών βασιλικών διαταγμάτων με βάση τα οποία μπόρεσαν και εγκαθιδρύθηκαν τόσο η δικτατορία του Μεταξά την 4η Αυγούστου 1936, όσο και η δικτατορία του Παπαδόπουλου την 21η Απριλίου 1967. Εναντίον αυτής της πρόβλεψης στο Σύνταγμα του 1975 είχε ξεσηκωθεί ολόκληρη η αντιπολίτευση (Ένωση Κέντρου, ΠΑΣΟΚ, Ενωμένη Αριστερά).
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Δημήτρης Τσάτσος, τότε εισηγητής της αντιπολίτευσης για το Σύνταγμα εξηγεί γιατί αντιτάχθηκαν όλοι στην πρόβλεψη περί ΠΝΠ: «Όπως ρητά ομολογήθηκε κατά τη σχετική συζήτηση του άρθρου στη Βουλή, η διάταξη αυτή επιχειρεί να συγκαλύψει και να νομιμοποιήσει μια ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ και ΑΝΤΙΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΡΑΚΤΙΚΗ του παρελθόντος, όταν μολονότι το Σύνταγμα του 1952 δεν περιείχε σχετική πρόβλεψη, το υπουργικό συμβούλιο εξέδιδε πράξεις με νομοθετικό περιεχόμενο που αργότερα τις κύρωνε η Βουλή. Δυστυχώς και σήμερα γίνεται οφθαλμοφανής κατάχρηση του θεσμού για περιπτώσεις κάθε άλλο παρά απρόβλεπτες, επείγουσες ή έκτακτες»(2).

Ανίκανη η ΝΔ τότε να απαλλαγεί από την βαριά κληρονομιά της ΕΡΕ, η οποία χρησιμοποιούσε κατά κόρο τα αναγκαστικά διατάγματα σε βάρος των πολιτικών της αντιπάλων, αλλά και για την αιματηρή καταστολή του λαού, επέμεινε να περιληφθεί η συγκεκριμένη πρόβλεψη στο Σύνταγμα. Ως δικαιολογία επικαλέστηκαν την «έκτακτη ανάγκη» με βάση την οποία η εκτελεστική εξουσία, δηλαδή η κυβέρνηση, θα χρειαστεί να αντιδράσει ακαριαία σε συνωμοσίες ανατροπής του ίδιου του Συντάγματος. Μια τέτοια συνωμοσία αποκαλύφθηκε από την ίδια την τότε κυβέρνηση στις 25 Φεβρουαρίου 1975, όταν ομάδα αξιωματικών επιχείρησε να επαναφέρει τη χούντα.
Παρ’ όλα αυτά ο ίδιος ο Καραμανλής αρνήθηκε να εκδιώξει τον τότε υπουργό αμύνης Γ. Αβέρωφ, υπό την σκέπη του οποίου οργανώθηκε η εν λόγω συνωμοσία των χουντικών αξιωματικών. Τα χρόνια που ακολούθησαν απέδειξαν ότι ο Αβέρωφ όχι μόνο είχε γνώση της συγκεκριμένης συνωμοσίας, αλλά την υποκίνησε ο ίδιος.
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, τότε πρόεδρος της επιτροπής Συντάγματος, δικαιολόγησε την αυθαιρεσία της έκδοσης ΠΝΠ με την ανάγκη αντιμετώπισης του «μαύρου και του κόκκινου φασισμού». Ωστόσο, η ΝΔ αρνήθηκε πεισματικά να υιοθετήσει ακόμη και την πρόταση της αντιπολίτευσης να καθοριστούν πολύ συγκεκριμένα στο Σύνταγμα ποιες είναι αυτές οι «έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης». Μόνο και μόνο για περιοριστούν οι αυθαίρετες ερμηνείες της εκτελεστικής εξουσίας.
Έτσι διατηρήθηκε αυτή η εντελώς γενική και αφηρημένη αναφορά μόνο και μόνο για να επιτρέπει στην εκάστοτε εκτελεστική εξουσία να αυθαιρετεί σε βάρος του Συντάγματος και των δικαιωμάτων των πολιτών. Με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με δεκάδες ΠΝΠ, οι κυβερνήσεις της μνημονιακής κατοχής κατόρθωσαν να καταλύσουν ουσιαστικά το σύνολο των δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών, προκειμένου να εγκαθιδρυθεί το επίσημο καθεστώς πεονία, της δουλοπαροικίας του χρέους, που απαίτησαν οι δανειστές της χώρας.
Κι όλα αυτά με τη συνενοχή της ανώτατης δικαιοσύνης, η οποία αρνήθηκε να υπερασπιστεί του Έλληνες πολίτες και το Σύνταγμα, επικαλούμενη – ειδικά για τις ΠΝΠ – ότι «η κρίση, ως προς το έκτακτο των περιστάσεων και το εξαιρετικώς επείγον και απρόβλεπτο της ανάγκης δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, κατά την έννοια της ως άνω συνταγματικής διατάξεως, διότι συνδέεται με την εκτίμηση της ανάγκης του μέτρου, η οποία ανάγεται στη σφαίρα της πολιτικής ευθύνης των οργάνων που, κατά το Σύνταγμα, ασκούν, στην περίπτωση αυτή, τη νομοθετική εξουσία.»(3)
Με τον τρόπο αυτό η ανώτατη δικαιοσύνη και ειδικά το Σ.τ.Ε. ποδοπάτησε το Σύνταγμα και τον κοινοβουλευτικό πολίτευμα καθώς αναγνωρίζει νομοθετική εξουσία στην κυβέρνηση κι έτσι νομιμοποιεί την πλήρη αυθαιρεσία με την οποία καθορίζει η εκτελεστική εξουσία το έκτακτο των περιστάσεων και το εξαιρετικώς επείγον και απρόβλεπτο της ανάγκης. Έστω κι αν κάτι τέτοιο, δηλαδή η αναγνώριση στην εκτελεστική εξουσία του αποκλειστικού προνομίου στο καθορισμό των εκτάκτων περιστάσεων και της έκτακτης ανάγκης, δεν συνάδει μ’ ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς, αλλά συνιστά γνώρισμα της απολυταρχίας και κυρίως της μοναρχίας.
Γι’ αυτό και ο Ουίλιαμ Πιτ έλεγε στο βρετανικό κοινοβούλιο το 1783: «Τι δεν είναι [έκτακτη] ανάγκη, η οποία ήταν πάντα η έκκληση για κάθε παράνομη άσκηση εξουσίας, ή άσκηση καταπίεσης; Δεν είναι η ανάγκη η προσποίηση κάθε σφετερισμού; Η [έκτακτη] ανάγκη ήταν η έκκληση για κάθε παραβίαση της ανθρώπινης ελευθερίας. Ήταν το επιχείρημα των τυράννων: ήταν η πίστη των σκλάβων.»(4)
Ποιος μένει λοιπόν για να κρίνει το περιεχόμενο της νομιμότητας της επίκλησης σε έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης; Ποιος μένει για αντιταχθεί στην δικτατορική αυθαιρεσία της κυβέρνησης να επικαλείται κατά το δοκούν έκτακτες περιστάσεις και έκτακτες ανάγκες; Μόνο ο λαός.
Η επιβολή λοιπόν της ΠΝΠ από την κυβέρνηση είναι μια πράξη αναμέτρησης με τον ίδιο τον λαό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μάλιστα με σκοπό την επίταξη περιουσιακών στοιχείων, η οποία με βάση το άρθρο 18.3 του Συντάγματος αναφέρεται ρητά: «Ειδικοί νόμοι ρυθμίζουν τα σχετικά με τις επιτάξεις για τις ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης, ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία.»
Είδατε πουθενά κανένα «ειδικό νόμο»; Όχι. Μόνο μια ΠΝΠ που δίνει αυθαίρετα το δικαίωμα στην κυβέρνηση να επιτάσσει περιουσίες.
Μια κυβέρνηση που προωθεί ΠΝΠ εναντίον του λαού είναι αποφασισμένη ότι για την εφαρμόσει δεν έχει κανένα ενδοιασμό στο να χύσει ακόμη και αίμα. Θα ήθελα να ήξερα πώς θα εφαρμόσει αυτές τις κατασχέσεις και επιτάξεις που αποφάσισε η κυβέρνηση πραξικοπηματικά.
Τι θα κάνει με τις λαϊκές αντιδράσεις; Θα τις πνίξει στο αίμα, όπως τόσο ευθαρσώς απαιτούσε ο πατήρ του σημερινού πρωθυπουργού το 2011 όταν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες διαδήλωναν επί μέρες στις πλατείες για να μην προχωρήσει το μνημονιακό καθεστώς;
Κι αν ναι, τότε πώς προτίθεται να το κάνει; Με τις δικές της δυνάμεις καταστολής και με την εντολή να χύσουν αίμα, αν χρειαστεί; Έχει άλλωστε τον ιδανικό υπουργό δημόσιας τάξης γι’ αυτή την δουλειά, τον Χρυσοχοΐδη της Μαρφίν, ας μην το ξεχνάμε.
Μήπως θα το κάνει με συνδρομή από το εξωτερικό ώστε να διευκολυνθεί ακόμη και η αιματηρή καταστολή πρώτα και κύρια του λαού των ακριτικών μας νησιών;
Ή μήπως πιστεύει η κυβέρνηση ότι αρκεί η επίδειξη πυγμής πάνω σε ραγιάδες, η εξαγορά των τοπικών αρχόντων και οι μηχανισμοί των κομμάτων για να επιβληθεί η αυθαιρεσία της εξουσίας;
Διότι ένα είναι σαφές, η κυβέρνηση τελεί υπό τις εντολές άλλων, ξένων κέντρων, πρωτίστως του Βερολίνου και των Βρυξελλών, προκειμένου να μετατρέψουν την Ελλάδα σ’ ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης και εγκλωβισμού μεταναστών και προσφύγων, απ’ όπου επιλεκτικά πρώτα και κύρια η Γερμανία θα αντλεί φτηνή και πειθήνια εργατική δύναμη. Ενώ ο «κατιμάς» των τελείως ανειδίκευτων, των κατά συρροή παραβατικών και όσων κρίνονται «ασύμβατοι» με την κουλτούρα της δήθεν πολιτισμένης Δύσης, θα παραμένουν εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα.
Ο λαός των ακριτικών νησιών δεν πρέπει να έχει αυταπάτες. Ή ταν ή επί τας! Ή θα αμυνθεί μέχρι τέλους στην αυθαιρεσία της κυβέρνησης, ή τα νησιά του θα μετατραπούν σε λοιμοκαθαρτήρια του μεσαίωνα, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και διαμετακόμισης για τα εκατομμύρια που μετακινούνται βίαια προς την Ευρώπη. Ή τώρα λοιπόν, ή ποτέ!
(1) John Milton, Paradise Lost, Book iv, 393-94.
(2) Δ. Θ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, 3η έκδοση, Αθήνα: Σάκκουλας, 1985, σ. 141.
(3) Σ.τ.Ε. 2567/2015 (σε Ολομέλεια).
(4) THE SPEECHES of THE RIGHT HONOURABLE WILLIAM PITT, in the HOUSE OF COMMONS, vol. I, London, 1806, σ. 95-96.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου