Αναλύσεις δίνουν και παίρνουν για το ρόλο της Τουρκίας του Ερντογάν, αλλά και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Όλοι αυτοί αγνοούν το γεγονός ότι η επικράτηση του Ερντογάν, ακόμη και στις πληγέντες περιοχές του σεισμού, υποδηλώνει έναν βαθύτατο εσωτερικό διχασμό πρώτα και κύρια στις κορυφές της Τουρκίας. Κι αυτός ο διχασμός είναι ανάλογος, αλλά όχι ίδιος, με τον εθνικό διχασμό που στοίχειωσε την Ελλάδα από τις απαρχές του 1ου παγκοσμίου πολέμου έως τον ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940.
Στην Τουρκία σ’ αυτές τις εκλογές δεν αναμετρήθηκαν απλά δυο
κυρίαρχοι υποψήφιοι, αλλά δυο διακριτοί κρατικομονοπωλιακοί πόλοι ισχύος.
Αναμετρήθηκαν για τη θέση της Τουρκίας όχι μόνο στον παγκόσμιο πόλεμο που έχουν
εξαπολύσει οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ εναντίον της Ρωσίας, της Κίνας και οιονδήποτε
άλλου απειλεί την παγκόσμια κυριαρχία των χρηματαγορών, αλλά και για τους όρους
αναπαραγωγής της ίδιας της τουρκικής οικονομίας, κοινωνίας και πολιτικής.
Και ναι μεν ο Ερντογάν, μπόρεσε με επιτυχία έως σήμερα να
παίξει τον «επιτήδειο ουδέτερο» και να συσπειρώσει γύρω του ισχυρά
κρατικομονοπωλιακά συμφέροντα, πράγμα που του επέτρεψε να επικρατήσει και σ’
αυτές τις εκλογές, αλλά αυτό δεν θα κρατήσει. Για τα λαϊκά στρώματα της
Τουρκίας ο Ερντογάν θεωρείται λιγότερο επικίνδυνος από τον αντίπαλό του Κεμάλ
Κιλιτσντάρογλου, στον οποίο είδαν μια Τουρκία υποταγμένη πλήρως στους Δυτικούς
με τους όρους της Ελλάδας υπό καθεστώς διαρκούς χρεωκοπίας. Όπως άλλωστε
συνέβαινε και στην Τουρκία από την 1η Ιανουαρίου 1961, όπου η Τουρκία τέθηκε
για πρώτη φορά υπό την αποικιακή κηδεμονία του ΔΝΤ, έως την 31η Δεκεμβρίου
2004.
Σε κάθε περίπτωση η Τουρκία βγαίνει από αυτές τις εκλογές βαθύτατα διχασμένη. Ο Ερντογάν επικράτησε εκλογικά, αλλά δεν ελέγχει το πολιτικό παιχνίδι στην Τουρκία.